Το "andarse" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή του "andarse" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /anˈðaɾ.se/
Το "andarse" είναι ένα αντωνυμικό ρήμα που σημαίνει να απομακρυνθεί κάποιος, να φύγει ή να αποσυρθεί. Χρησιμοποιείται κυρίως για να δηλώσει την ενέργεια της απομάκρυνσης από έναν χώρο ή μια κατάσταση. Στη γλώσσα των Ισπανών, "andarse" χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό λόγο αλλά μπορεί επίσης να συναντηθεί σε γραπτά κείμενα. Σημειώνεται ότι η χρήση του είναι αρκετά συχνή.
Él decidió andarse de la fiesta porque no se sentía bien.
(Αποφάσισε να φύγει από το πάρτι γιατί δεν ένιωθε καλά.)
Debemos andarnos si queremos llegar a tiempo.
(Πρέπει να φύγουμε αν θέλουμε να φτάσουμε εγκαίρως.)
No quiero que te andes de mí.
(Δεν θέλω να απομακρυνθείς από εμένα.)
Το ρήμα "andarse" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:
Andarse por las ramas
(Να απομακρύνεται από το θέμα)
No te andes por las ramas y dime directamente qué piensas.
(Μην απομακρύνεσαι από το θέμα και πες μου ευθέως τι σκέφτεσαι.)
Andarse con cuidado
(Να είσαι προσεκτικός)
Tienes que andarte con cuidado en esta zona.
(Πρέπει να είσαι προσεκτικός σε αυτή την περιοχή.)
Andarse de bocazas
(Να μιλάς πολύ)
No te andes de bocazas, a nadie le gusta eso.
(Μην μιλάς τόσο πολύ, κανέναν δεν αρέσει αυτό.)
Andarse con prisa
(Να βιάζεσαι)
No es necesario andarse con prisa, aún tenemos tiempo.
(Δεν είναι απαραίτητο να βιάζεσαι, έχουμε ακόμη χρόνο.)
Andarse a la ligera
(Να ενεργείς επιπόλαια)
No te andes a la ligera, piensa bien antes de decidir.
(Μην ενεργείς επιπόλαια, σκέψου καλά πριν αποφασίσεις.)
Andarse de fiesta
(Να γιορτάζεις ή να βγαίνεις)
El fin de semana nos vamos a andar de fiesta.
(Το Σαββατοκύριακο θα βγούμε για γιορτή.)
Το "andarse" προέρχεται από το ρήμα "andar", το οποίο σημαίνει "να περπατά" ή "να κινείται". Η προσθήκη της αντωνυμίας "se" το μετατρέπει σε αντωνυμικό ρήμα, που δηλώνει την προσωπική ενέργεια του κυρίου υποκειμένου.
Συνώνυμα: - marcharse (να φύγει) - retirarse (να αποσυρθεί) - alejarse (να απομακρυνθεί)
Αντώνυμα: - llegar (να φτάσει) - acercarse (να πλησιάσει) - reunirse (να συναντηθεί)