anegar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

anegar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "anegar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

[aneˈɣaɾ]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "anegar" σημαίνει να προκαλέσει πλημμύρα ή να γεμίσει κάτι με νερό, σε σημείο που να επηρεάσει την κανονική του κατάσταση. Χρησιμοποιείται σε πολλά πλαίσια, τόσο σε φυσικά φαινόμενα (π.χ. πλημμύρες) όσο και μεταφορικά (π.χ. "κατακλύζω από συναισθήματα"). Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή και χρησιμοποιείται σε γραπτό και προφορικό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La lluvia anegó las calles de la ciudad.
    (Η βροχή πλημμύρισε τους δρόμους της πόλης.)

  2. El río se desbordó y anegó varias aldeas cercanas.
    (Ο ποταμός υπερχείλισε και πλημμύρισε πολλά κοντινά χωριά.)

  3. La tristeza anegó su corazón tras la noticia.
    (Η θλίψη κατέκλυσε την καρδιά του μετά την είδηση.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Ο όρος "anegar" χρησιμοποιείται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν μερικές:

  1. Anegar de recuerdos
    (Πλημμυρισμένος από αναμνήσεις)
  2. "Cuando veo fotos de mi infancia, me anego de recuerdos."
    (Όταν βλέπω φωτογραφίες από την παιδική μου ηλικία, πλημμυρίζω από αναμνήσεις.)

  3. Anegar en preocupaciones
    (Πλημμυρισμένος από ανησυχίες)

  4. "Se anega en preocupaciones que no puede controlar."
    (Πλημμυρίζεται από ανησυχίες που δεν μπορεί να ελέγξει.)

  5. Anegar de amor
    (Πλημμυρισμένος από αγάπη)

  6. "El amor que siente por ella lo anega completamente."
    (Η αγάπη που αισθάνεται γι' αυτήν τον πλημμυρίζει ολοκληρωτικά.)

Ετυμολογία

Η λέξη "anegar" προέρχεται από το ισπανικό ουσιαστικό “agua” (νερό) και συσχετίζεται με τη λατινική ρίζα “inundare”, που σημαίνει "να πλημμυρίσει".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Inundar (πλημμυρίζω) - Sumergir (βυθίζω)

Αντώνυμα: - Secar (να στεγνώσει) - Desaguar (να αποστραγγίσει)



23-07-2024