Το "animarse" είναι ρήμα.
Η διεθνής φωνητική μεταγραφή είναι: /a.niˈmaɾ.se/
Το "animarse" στη γλώσσα Ισπανικά σημαίνει να αποκτήσω θάρρος ή να ενθαρρυνθώ ώστε να κάνω κάτι. Χρησιμοποιείται συχνά σε περιπτώσεις όπου κάποιος χρειάζεται να ξεπεράσει την αβεβαιότητα ή την ανασφάλεια για να αναλάβει κάποια δράση. Η συχνότητα χρήσης είναι αρκετά υψηλή, και χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό λόγο, αλλά και σε γραπτά κείμενα.
(Θα ενθαρρυνθώ να μιλήσω δημόσια.)
Cuando vi a mis amigos, decidí animarme y bailar.
(Όταν είδα τους φίλους μου, αποφάσισα να ενθαρρυνθώ και να χορέψω.)
¿Por qué no te animas a probar algo nuevo?
Το "animarse" εμφανίζεται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:
(Πάντα ενθαρρύνομαι να μελετώ περισσότερα όταν έχω στόχους.)
No se anima
(Αυτή δεν ενθαρρύνεται να βγει από το σπίτι μετά από ό,τι συνέβη.)
Animar el ambiente
(Η μουσική ενθάρρυνε την ατμόσφαιρα του πάρτι.)
Animarse un poco
Το "animarse" προέρχεται από τη λέξη "ánimo", που σημαίνει "θάρρος" ή "διάθεση". Το "anima" αναφέρεται στη ζωή ή την ψυχή, και το "arse" είναι ένα ανακλαστικό προσάρτημα που μετατρέπει το ρήμα σε αυτοαντικατοπτριστικό.
Συνώνυμα: - Estimularse (ενθαρρύνομαι) - Motivarse (κινούμαι από κίνητρο)
Αντώνυμα: - Desanimarse (αποθαρρύνομαι) - Rendirse (παραιτούμαι)