"Anochecer" είναι ένα ρήμα προερχόμενο από το ουσιαστικό "noche" που σημαίνει "νύχτα".
Φωνητική μεταγραφή (IPA): /anoˈtʃeɾ/
Η λέξη "anochecer" αναφέρεται στη διαδικασία του να γίνεται νύχτα ή στο χρονικό διάστημα κατά το οποίο το φως της ημέρας υποχωρεί και η νύχτα εγκαθίσταται. Συνήθως χρησιμοποιείται σε προφορικό και γραπτό λόγο, με ελαφρώς μεγαλύτερη συχνότητα στον προφορικό λόγο.
"El anochecer en la playa es mágico."
(Το ηλιοβασίλεμα στην παραλία είναι μαγικό.)
"Me gusta pasear al anochecer."
(Μου αρέσει να περπατάω στο σούρουπο.)
"El anochecer trae consigo un aire de tranquilidad."
(Το ηλιοβασίλεμα φέρνει μαζί του μια ατμόσφαιρα ηρεμίας.)
Η λέξη "anochecer" δεν είναι ιδιαίτερα συνδυασμένη με διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες φράσεις που εκφράζουν συναισθήματα ή καταστάσεις σχετικές με τη νύχτα.
"Al anochecer, los sueños comienzan a florecer."
(Καθώς νυχτώνει, τα όνειρα αρχίζουν να ανθίζουν.)
"El anochecer es el momento perfecto para la reflexión."
(Το ηλιοβασίλεμα είναι η τέλεια στιγμή για αναστοχασμό.)
"Las estrellas brillan más al anochecer."
(Τα αστέρια λάμπουν πιο φωτεινά στο σούρουπο.)
Η λέξη "anochecer" είναι μια σύνθεση του προθέματος "a-" που δηλώνει κατεύθυνση ή κατάσταση και της λέξης "noche" που σημαίνει "νύχτα". Έτσι, η ετυμολογία αναφέρεται στην διαδικασία εισόδου στη νύχτα.