Η λέξη "antiguo" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "antiguo" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι /anˈtiɣo/.
Η λέξη "antiguo" χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα για να περιγράψει κάτι που είναι παλιό, αρχαίο ή που έχει μεγάλη ιστορία. Χρησιμοποιείται συχνά σε γραπτά κείμενα, αλλά και στον προφορικό λόγο, ειδικά όταν αναφερόμαστε σε αντικείμενα, κτίρια, ή πολιτιστικά στοιχεία. Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά υψηλή, καθώς σχετίζεται με το πολιτιστικό και ιστορικό πλαίσιο.
El castillo es antiguo y tiene mucha historia.
(Το κάστρο είναι αρχαίο και έχει πολύ ιστορία.)
Encontré un libro antiguo en la biblioteca.
(Βρήκα ένα παλαιό βιβλίο στη βιβλιοθήκη.)
La escultura es una obra antigua del siglo XV.
(Η γλυπτική είναι ένα αρχαίο έργο από τον 15ο αιώνα.)
Η λέξη "antiguo" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές φράσεις στην ισπανική γλώσσα:
Se dice que el pueblo antiguo tiene leyendas fascinantes.
(Λέγεται ότι το αρχαίο χωριό έχει μαγευτικούς θρύλους.)
"Tradición antigua"
(Αρχαία παράδοση)
La tradición antigua se celebra cada año con un festival.
(Η αρχαία παράδοση γιορτάζεται κάθε χρόνο με ένα φεστιβάλ.)
"Sabiduría antigua"
(Αρχαία σοφία)
La sabiduría antigua nos enseña lecciones valiosas sobre la vida.
(Η αρχαία σοφία μας διδάσκει πολύτιμα μαθήματα για τη ζωή.)
"Estilo antiguo"
(Αρχαίος στυλ)
Η λέξη "antiguo" προέρχεται από το λατινικό "antiquus", που σημαίνει "παλαιός" ή "παλιός". Από το λατίνο, μεταφέρθηκε σε πολλές ρομαντικές γλώσσες, διατηρώντας την ίδια βασική έννοια.
Συνώνυμα: - viejo (παλιός) - arcaico (αρχαϊκός) - pretérito (προγενέστερος)
Αντώνυμα: - nuevo (νέος) - moderno (σύγχρονος) - reciente (πρόσφατος)