apagado - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
DICLIB.COM
AI-based language tools

apagado (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Adjetivo

Φωνητική μεταγραφή

/apaˈɣaðo/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "apagado" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που έχει σβήσει ή έχει απενεργοποιηθεί. Στην καθημερινή ζωή μπορεί να αναφέρεται σε συσκευές ή ηλεκτρικά φωτιστικά που δεν λειτουργούν. Χρησιμοποιείται συχνά και σε μεταφορικό επίπεδο για να περιγράψει συναισθήματα (π.χ., κάποιον που είναι απογοητευμένος ή δεν έχει ενέργεια). Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή και μπορεί να παρατηρηθεί και στον προφορικό και στον γραπτό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La luz está apagado.
  2. Το φως είναι σβησμένο.

  3. El televisor está apagado.

  4. Η τηλεόραση είναι απενεργοποιημένη.

  5. Me siento apagado hoy.

  6. Νιώθω σβησμένος σήμερα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "apagado" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Estar apagado
  2. Significa que alguien no está teniendo energía o entusiasmo.
  3. Μετάφραση: Να είσαι σβησμένος σημαίνει ότι κάποιος δεν έχει ενέργεια ή ενθουσιασμό.

  4. Estar como un foco apagado

  5. Refleja que una persona se siente sin importancia o poco destacada.
  6. Μετάφραση: Να είσαι σαν μια σβησμένη λάμπα σημαίνει ότι ένα άτομο αισθάνεται χωρίς σημασία ή λίγο ξεχωριστό.

  7. Pasar a un estado apagado

  8. Indica que se deja de prestar atención o interés en algo.
  9. Μετάφραση: Να περάσεις σε μια σβησμένη κατάσταση σημαίνει να σταματήσεις να δίνεις προσοχή ή ενδιαφέρον σε κάτι.

  10. Una voz apagada

  11. Se refiere a un tono de voz que es bajo o no tiene energía.
  12. Μετάφραση: Μια σβησμένη φωνή αναφέρεται σε έναν τόνο φωνής που είναι χαμηλός ή δεν έχει ενέργεια.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "apagado" προέρχεται από το ρήμα "apagar," που σημαίνει "να σβήσω" ή "να απενεργοποιήσω." Η ρίζα του ρήματος είναι η λατινική λέξη "apāgāre."

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- Sosegado (ήρεμος)
- Inactivo (ανενεργός)
- Silenciado (σιωπηλός)

Αντώνυμα:
- Encendido (αναμμένος)
- Activo (ενεργός)
- Vivo (ζωντανός)



23-07-2024