Η λέξη "aparente" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "aparente" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /apaˈɾente/.
Η λέξη "aparente" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι φαινομενικό ή που φαίνεται με έναν τρόπο, αλλά μπορεί να μην ανταποκρίνεται απαραίτητα στην πραγματικότητα. Συχνά χρησιμοποιείται και σε νομικά ή κοσμικά συμφραζόμενα για να δηλώσει την αντίθεση ανάμεσα σε αυτό που φαίνεται και σε αυτό που είναι στην πραγματικότητα.
Η συχνότητά της είναι υψηλή στη γραπτή γλώσσα, αλλά χρησιμοποιείται και στον προφορικό λόγο, σε ποικιλία συμφραζομένων.
Η φαινομενική αλήθεια δεν αντικατοπτρίζει πάντα την πραγματικότητα.
En la reunión, su actitud fue aparente, pero tenía dudas profundas.
Στη συνάντηση, η στάση του ήταν προφανής, αλλά είχε βαθιές αμφιβολίες.
Lo aparente puede engañar a muchos.
Η λέξη "aparente" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στη ισπανική γλώσσα:
Η φαινομενική ηρεμία δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν προβλήματα.
A veces, lo aparente puede ser solo una ilusión.
Μερικές φορές, το προφανές μπορεί να είναι μόνο μια ψευδαίσθηση.
Un éxito aparente no garantiza un futuro brillante.
Ένας φαινομενικός θρίαμβος δεν εγγυάται ένα λαμπρό μέλλον.
Detrás de una sonrisa aparente, a menudo hay tristeza.
Πίσω από ένα φαινομενικά χαμογελαστό πρόσωπο, συχνά κρύβεται λύπη.
Las aparencias engañan, lo aparente no es siempre la verdad.
Η λέξη "aparente" προέρχεται από το λατινικό "apparens", που σημαίνει "αυτό που φαίνεται" ή "αυτό που παρουσιάζεται". Η ονομασία αυτή συμβαδίζει με τη σημασία της, που σχετίζεται με την εμφάνιση και την φαινομενικότητα.
obvio
Αντώνυμα:
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μία ολοκληρωμένη εικόνα για τη λέξη "aparente" στη ισπανική γλώσσα.