Το "apearse" είναι ρήμα στα Ισπανικά.
/a.pe.ˈaɾ.se/
Η λέξη "apearse" σημαίνει να εμφανιστείς ή να φανείς, συχνά με την έννοια να βγαίνεις σε δημόσιο χώρο ή να κάνεις μια εμφάνιση κάπου. Χρησιμοποιείται συχνά στην καθημερινή ομιλία αλλά μπορεί επίσης να βρίσκεται σε γραπτά πλαίσια. Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά υψηλή, κυρίως στον προφορικό λόγο.
¿Por qué no te apeas en la fiesta?
(Γιατί δεν εμφανίζεσαι στη γιορτή;)
Ella siempre se apea en el teatro a las ocho.
(Αυτή πάντα εμφανίζεται στο θέατρο στις οχτώ.)
Η λέξη "apearse" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:
Apear (a alguien) de su pedestal.
(Να κατεβάσεις κάποιον από το βάθρο του.)
Δηλώνει την πράξη του να αποκαλύψεις τις αδυναμίες κάποιου στον οποίο έχει δοθεί μεγάλο κύρος.
Apear en un lugar.
(Να εμφανιστείς σε ένα μέρος.)
Χρησιμοποιείται όταν αναφέρεται κάποιος που πηγαίνει κάπου, γενικά σε κοινωνική ή δημόσια κατάσταση.
Apearse de un compromiso.
(Να αποσυρθείς από μια δέσμευση.)
Σημαίνει ότι κάποιος αποφασίζει να μην συμμετάσχει σε κάτι στο οποίο είχε αρχικά συμφωνήσει.
Apear de la nada.
(Να εμφανίζεσαι από το πουθενά.)
Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει μια ξαφνική και αναπάντεχη εμφάνιση κάποιου.
Η λέξη "apearse" προέρχεται από το αρχαίο ρηματικό ρίζα "parar", που σημαίνει "σταματώ" ή "πωλείται". Σημασιολογικά, η πρώτη προσθήκη "a-" σημαίνει "σε", "για", που οδηγεί στην έννοια της "εμφάνισης" ή "παρουσίας".
Συνώνυμα: - Presentarse - Aparecer
Αντώνυμα: - Desaparecer - Evadirse
Με αυτές τις πληροφορίες, ελπίζω να έχετε μια πλήρη εικόνα της λέξης "apearse".