Το "aplauso" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή του "aplauso" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA): /aˈplau̯so/
Η λέξη "aplauso" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - χειροκρότημα - α applause
Το "aplauso" αναφέρεται στη πράξη του χειροκροτήματος, ως εκδήλωση εκτίμησης ή επιδοκιμασίας. Χρησιμοποιείται συχνά σε περιβάλλοντα όπως παραστάσεις, διαγωνίσματα ή άλλες τελετές. Είναι μια λέξη που συναντάται και στον προφορικό και στο γραπτό λόγο, με ελαφρώς μεγαλύτερη συχνότητα στον προφορικό λόγο.
(Το κοινό χειροκρότησε στο τέλος της παράστασης.)
Recibió aplausos por su excelente actuación.
Στη γλώσσα των Ισπανικών, η λέξη "aplauso" περιλαμβάνεται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις. Ορισμένες από αυτές είναι:
Ejemplo: Siempre hay que dar un aplauso a quien lo merece.
(Πάντα πρέπει να χειροκροτούμε εκείνον που το αξίζει.)
Aplausos de pie
Ejemplo: La actuación finalizó con aplausos de pie de parte del público.
(Η παράσταση τελείωσε με χειροκροτήματα όρθια από το κοινό.)
Aplauso tras aplauso
Η λέξη "aplauso" προέρχεται από το λατινικό "applaudĕre," που σημαίνει "χειροκροτώ" ή "κτυπάω τα χέρια."
Συνώνυμα: - aplaudimiento - reconocimiento
Αντώνυμα: - silencio (σιγή) - desaprobación (αποδοκιμασία)