aplicarse - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

aplicarse (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "aplicarse" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/a.pli.ˈkar.se/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "aplicarse" χρησιμοποιείται στη γλώσσα των Ισπανικών για να δηλώσει:

  1. Την ενέργεια του να εφαρμόζεται κάτι (π.χ. ένας κανόνας, να κάνεις κάτι στη ζωή σου).
  2. Να προσπαθείς σκληρά ή να δίνεις τον καλύτερό σου εαυτό σε κάτι, συχνά αναφερόμενη σε μελέτες ή εργασία.

Η συχνότητα χρήσης είναι υψηλή, καθώς χρησιμοποιείται συχνά τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. Para tener éxito, es importante aplicarse en los estudios.
  2. Για να έχεις επιτυχία, είναι σημαντικό να εφαρμόζεσαι στις σπουδές.

  3. Si te aplicas, podrás conseguir todo lo que te propongas.

  4. Αν προσπαθήσεις σκληρά, μπορείς να πετύχεις ό,τι προγραμματίσεις.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "aplicarse" χρησιμοποιείται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Aplicarse el cuento: Significa να διαβάσεις ή να κατανοήσεις μια ιστορία ή ένα μάθημα.
  2. Es crucial aplicarse el cuento de la experiencia ajena.
  3. Είναι κρίσιμο να κατανοήσεις το μάθημα από την εμπειρία των άλλων.

  4. Aplicarse a fondo: Να αφιερωθείς πλήρως σε κάτι.

  5. Ella decidió aplicarse a fondo en sus proyectos.
  6. Αυτή αποφάσισε να αφιερωθεί πλήρως στα σχέδιά της.

  7. Aplicarse el dicho: Να πάρεις μια παροιμία ή διαδικασία σοβαρά και να την εφαρμόσεις στη ζωή σου.

  8. Tienes que aplicarte el dicho "El que mucho abarca, poco aprieta".
  9. Πρέπει να πάρεις σοβαρά την παροιμία "Όποιος παίρνει πολλά, πιέζει λίγο".

Ετυμολογία

Το "aplicarse" προέρχεται από το λατινικό "applicare", που σημαίνει να εφαρμόζεται ή να την τοποθετείς κάτι σε κάποιο μέρος.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Esforzarse (προσπαθώ) - Dedicarse (αφιερώνομαι)

Αντώνυμα: - Desatender (αγνοώ) - Desinteresarse (αδιαφορώ)



23-07-2024