Η λέξη "apodar" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "apodar" με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι: [a.poˈðar].
Η λέξη "apodar" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - απονέμω - αποδοχή
Η λέξη "apodar" προέρχεται από τον τομέα της γενικής και αρχαίας γλώσσας και χρησιμοποιείται κυρίως για να αναφέρεται στη διαδικασία της αποδοχής ή απονομής κάποιου δικαιώματος ή τίτλου. Χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτές μορφές και έχει ειδικότερη χρήση σε νομικά ή ακαδημαϊκά κείμενα. Η συχνότητα χρήσης της είναι μέτρια, πιο συχνά σε γραπτό λόγο παρά στον προφορικό.
"El rey apodó a su hijo como heredero del trono."
"Ο βασιλιάς αποδοκίμασε τον γιο του ως κληρονόμο του θρόνου."
"Los premios fueron apodados por la crítica."
"Τα βραβεία απονεμήθηκαν από την κριτική."
"Ella apodó a su mascota como 'Rayo'."
"Αυτή αποκάλεσε το κατοικίδιό της 'Ράγιο'."
Η λέξη "apodar" δεν είναι κοινώς χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις στη σύγχρονη ισπανική γλώσσα, ωστόσο μπορεί να συνδυαστεί σε κάποιες εκφράσεις που σχετίζονται με την απονομή τίτλων ή δικαιωμάτων.
"Apodar un título nobiliario."
"Απονομή ενός ευγενικού τίτλου."
"Se apoda al ganador del concurso."
"Αποδίδεται τίτλος στον νικητή του διαγωνισμού."
"Apodar a alguien como líder del grupo."
"Αποδοχή κάποιου ως ηγέτη της ομάδας."
Η λέξη "apodar" προέρχεται από την ελληνική λέξη "apodízo", που σημαίνει "δώρο" ή "απονομή".
Συνώνυμα: - otorgar (χορηγώ) - conceder (παραχωρώ)
Αντώνυμα: - quitar (αφαιρώ) - denegar (αρνούμαι)