Η λέξη "aportaciones" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή (Διεθνές φωνητικό αλφάβητο): [apoɾtaˈθiones]
Η λέξη "aportaciones" προέρχεται από το ρήμα "aportar", το οποίο σημαίνει "να συνεισφέρω" ή "να προσφέρω". Χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα για να αναφερθεί σε συνεισφορές που γίνονται σε οποιονδήποτε τομέα, όπως οικονομία, επιστήμη ή κοινωνικές υπηρεσίες. Συχνά χρησιμοποιείται τόσο στην προφορική όσο και στη γραπτή γλώσσα, αν και σε επαγγελματικά ή επιστημονικά συμφραζόμενα μπορεί να έχει μεγαλύτερη συχνότητα.
Οι συνεισφορές των εθελοντών είναι πολύτιμες για την κοινότητα.
Sus aportaciones al proyecto fueron fundamentales para su éxito.
Στην ισπανική γλώσσα, η λέξη "aportaciones" μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις:
"Να κάνεις σημαντικές συνεισφορές."
"Aportaciones desde diferentes perspectivas."
"Συνεισφορές από διαφορετικές προοπτικές."
"Las aportaciones enriquecen el debate."
"Οι συνεισφορές εμπλουτίζουν τη συζήτηση."
"Es importante valorar las aportaciones de todos."
Η λέξη "aportaciones" προέρχεται από το ρήμα "aportar", το οποίο έχει τις ρίζες του στο λατινικό "apportare", που σημαίνει "να φέρω προς".