aportaciones - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
DICLIB.COM
AI-based language tools

aportaciones (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "aportaciones" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή (Διεθνές φωνητικό αλφάβητο): [apoɾtaˈθiones]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "aportaciones" προέρχεται από το ρήμα "aportar", το οποίο σημαίνει "να συνεισφέρω" ή "να προσφέρω". Χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα για να αναφερθεί σε συνεισφορές που γίνονται σε οποιονδήποτε τομέα, όπως οικονομία, επιστήμη ή κοινωνικές υπηρεσίες. Συχνά χρησιμοποιείται τόσο στην προφορική όσο και στη γραπτή γλώσσα, αν και σε επαγγελματικά ή επιστημονικά συμφραζόμενα μπορεί να έχει μεγαλύτερη συχνότητα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Las aportaciones de los voluntarios son muy valiosas para la comunidad.
  2. Οι συνεισφορές των εθελοντών είναι πολύτιμες για την κοινότητα.

  3. Sus aportaciones al proyecto fueron fundamentales para su éxito.

  4. Οι συνεισφορές του στο έργο ήταν καθοριστικές για την επιτυχία του.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Στην ισπανική γλώσσα, η λέξη "aportaciones" μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. "Hacer aportaciones significativas."
  2. "Να κάνεις σημαντικές συνεισφορές."

  3. "Aportaciones desde diferentes perspectivas."

  4. "Συνεισφορές από διαφορετικές προοπτικές."

  5. "Las aportaciones enriquecen el debate."

  6. "Οι συνεισφορές εμπλουτίζουν τη συζήτηση."

  7. "Es importante valorar las aportaciones de todos."

  8. "Είναι σημαντικό να εκτιμούμε τις συνεισφορές όλων."

Ετυμολογία

Η λέξη "aportaciones" προέρχεται από το ρήμα "aportar", το οποίο έχει τις ρίζες του στο λατινικό "apportare", που σημαίνει "να φέρω προς".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα

Αντώνυμα



23-07-2024