Το "apostarse" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή του "apostarse" χρησιμοποιώντας το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι /aposˈtaɾse/.
Η λέξη "apostarse" μπορεί να μεταφραστεί στα Ελληνικά ως: - "στοίχημα" (όταν αναφέρεται στο να ποντάρεις ή να στοιχηματίσεις) - "τοποθετώ τον εαυτό μου" (σε κάποιες περιπτώσεις αναφοράς στον εαυτό).
Η λέξη "apostarse" σημαίνει συνήθως "να ποντάρεις" ή "να στοιχηματίσεις" σε κάποιον ή σε κάτι. Χρησιμοποιείται σε διάφορες γλωσσικές καταστάσεις, κυρίως σε αθλητικά στοιχήματα, καζίνο ή σε πιο καθημερινές καταστάσεις, όπως η επιλογή ή η τοποθέτηση σε ένα συγκεκριμένο σημείο. Η χρήση της είναι πιο κοινή στον προφορικό λόγο και σε καθημερινές συνομιλίες σχετικά με στοιχήματα και παιχνίδια.
"Decidí apostarme en el juego."
"Αποφάσισα να στοιχηματίσω στο παιχνίδι."
"Ella siempre se apuesta a su equipo favorito."
"Αυτή πάντα στοιχηματίζει στην αγαπημένη της ομάδα."
Η λέξη "apostarse" χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στον ισπανικό λόγο:
"Apostar al rojo"
Σημαίνει "να στοιχηματίσεις στο κόκκινο" και χρησιμοποιείται συνήθως σε παιχνίδια, κυρίως σε ρουλέτα.
"Siempre apuesto al rojo en la ruleta."
"Πάντα ποντάρω στο κόκκινο στη ρουλέτα."
"Apostar fuerte"
Σημαίνει "να ποντάρεις γερά", εννοώντας να ρισκάρεις πολλά.
"Si quieres ganar, debes apostar fuerte."
"Αν θες να κερδίσεις, πρέπει να ρισκάρεις πολλά."
"Apostarse la vida"
Σημαίνει "να ποντάρεις τη ζωή σου", χρησιμοποιούμενο για να περιγράψει έναν πολύ επικίνδυνο κίνδυνο.
"Esa decisión es como apostarse la vida."
"Αυτή η απόφαση είναι σαν να ποντάρεις τη ζωή σου."
Η λέξη "apostarse" προέρχεται από το λατινικό "apostare", που σημαίνει "να τοποθετηθείς". Ουσιαστικά αναφέρεται στην πράξη του να τοποθετείς ένα στοίχημα ή να ποντάρεις σε μια συγκεκριμένη επιλογή.
"arriesgar" (να ρισκάρεις)
Αντώνυμα: