Apoyos είναι το πληθυντικό ουσιαστικό της λέξης apoyo, που σημαίνει "στήριξη" ή "βοήθεια".
Φωνητική μεταγραφή στο Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο (IPA): /apoˈixos/
Η λέξη apoyos αναφέρεται σε πηγές στήριξης ή υποστήριξης, είτε σε φυσικό είτε σε ψυχολογικό ή κοινωνικό επίπεδο. Χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορες περιπτώσεις, όπως όταν αναφερόμαστε σε στήριξη από φίλους, οικογένεια ή άλλες οργανώσεις. Η λέξη χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά μπορεί να παρατηρηθεί συχνότερα στην καθημερινή επικοινωνία.
Χρειάζομαι περισσότερες στήριξεις στο πρόγραμμά μου.
Los apoyos que recibí me ayudaron a seguir adelante.
Η λέξη apoyos συχνά χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά, που δείχνουν τη σημασία της στήριξης και της βοήθειας. Ορισμένες από αυτές περιλαμβάνουν:
Είναι σημαντικό να έχεις στήριξη σε δύσκολες εποχές.
"Dar apoyos"
Πάντα προσπαθώ να δίνω στήριξη στους φίλους μου.
"Sin apoyos"
Η λέξη apoyo προέρχεται από το ρηματικό τύπο apoyar, που σημαίνει "στηρίζω", που έχει τις ρίζες του στη Λατινική γλώσσα.
Συνώνυμα: apoyo, ayuda, soporte, asistencia
Αντώνυμα: abandono, desamparo (αμέλεια, εγκατάλειψη)