Το "apreciar" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή του "apreciar" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /a.pɾeˈθjaɾ/.
Η λέξη "apreciar" σημαίνει «να εκτιμάς» ή «να αναγνωρίζεις την αξία» κάποιου ή κάτι. Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και η χρήση του είναι πιο συχνή σε γραπτά κείμενα και επίσημες περιστάσεις. Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι μέτρια έως υψηλή, καθώς χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς, όπως η οικονομία και το δίκαιο.
Es importante apreciar el trabajo de los demás.
(Είναι σημαντικό να εκτιμούμε τη δουλειά των άλλων.)
Debemos apreciar la diversidad cultural de Argentina.
(Πρέπει να εκτιμούμε την πολιτιστική ποικιλία της Αργεντινής.)
Aprecio mucho tu ayuda en este proyecto.
(Εκτιμώ πολύ τη βοήθειά σου σε αυτό το έργο.)
Η λέξη "apreciar" χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις.
Apreciar el momento
(Να εκτιμώ τη στιγμή) - Δηλώνει τη σημασία να ζεις το παρόν.
Apreciar el esfuerzo
(Να εκτιμώ την προσπάθεια) - Αναγνωρίζοντας την αξία της προσπάθειας κάποιου.
Apreciar lo simple
(Να εκτιμώ το απλό) - Αναδεικνύοντας την αξία των απλών πραγμάτων στη ζωή.
Apreciar una obra de arte
(Να εκτιμώ ένα έργο τέχνης) - Ο τρόπος με τον οποίο αναγνωρίζουμε την αξία του καλλιτεχνικού έργου.
No se aprecia del todo el impacto
(Δεν εκτιμάται πλήρως ο αντίκτυπος) - Χρησιμοποιούμενη σε περιπτώσεις όπου η αξία ή η επιρροή δεν αναγνωρίζεται.
Η λέξη "apreciar" προέρχεται από την λατινική λέξη "appretiare", η οποία επισημαίνει την εκτίμηση της αξίας ή της ποιότητας κάποιου αντικειμένου ή προσώπου.