apresurarse - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

apresurarse (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

رίχνει «apresurarse» ως ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /apɾe-suˈɾaɾ-se/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη «apresurarse» σημαίνει να βιάζεται κάποιος ή να προσπαθεί να ολοκληρώσει κάτι γρήγορα. Χρησιμοποιείται συχνά όταν μια κατάσταση ή ένας χρόνος απαιτεί ταχεία δράση. Η χρήση της είναι πιο συχνή στον προφορικό λόγο, αλλά συναντάται και σε γραπτές επικοινωνίες. Η λέξη έχει μια έντονα συναισθηματική φόρτιση, συνδεδεμένη με την αγωνία ή την πίεση του χρόνου.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Es mejor apresurarse si quieres llegar a tiempo.
    (Είναι καλύτερο να βιαστείς αν θέλεις να φτάσεις στην ώρα σου.)

  2. Ella siempre se apresura antes de salir de casa.
    (Αυτή πάντα βιάζεται πριν βγει από το σπίτι.)

  3. No hay necesidad de apresurarse en la tarea; tenemos tiempo.
    (Δεν υπάρχει ανάγκη να βιαστούμε με την εργασία; Έχουμε χρόνο.)

Ιδιωματικές εκφράσεις με τη λέξη

Ετυμολογία

Η λέξη «apresurarse» προέρχεται από το λατινικό ρήμα «appressare», που σημαίνει "να πιέσεις" ή "να εντείνεις". Η σύνθεση του προθέτου "a-" και του ρήματος "presurar" αναδεικνύει την έννοια της πίεσης και της ταχύτητας.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Apresurar - Darse prisa - Acelerar

Αντώνυμα: - Despacio (αργά) - Lentamente (αργά) - Pausarse (να σταματήσεις)



23-07-2024