aprieto - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
DICLIB.COM
AI-based language tools

aprieto (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "aprieto" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

[apiˈɾe.to]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "aprieto" αναφέρεται σε μια κατάσταση που είναι δύσκολη ή περιορισμένη, είτε φυσικά είτε μεταφορικά. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει μια κατάσταση ανάγκης ή δυσκολίας. Στη γλώσσα των Ισπανών, η χρήση της είναι ευρεία και μπορεί να αφίνει έμφαση σε καταστάσεις όπου οι επιλογές είναι περιορισμένες.

Χρήση στη γλώσσα Ισπανικά

Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά και στις δύο μορφές, προφορικά και γραπτά, όμως είναι συχνότερη στον προφορικό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. "No sé cómo salir de este aprieto."
  2. "Δεν ξέρω πώς να βγω από αυτή τη δύσκολη κατάσταση."

  3. "Estamos en un aprieto financiero."

  4. "Είμαστε σε μια οικονομική στενότητα."

  5. "El aprieto en el que está metido es complicado."

  6. "Η δύσκολη κατάσταση στην οποία έχει εμπλακεί είναι περίπλοκη."

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "aprieto" χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. "Salir de un aprieto."
  2. "Να βγεις από μια δύσκολη κατάσταση."
  3. "Είναι complicado salir de un aprieto financiero."
  4. "Είναι περίπλοκο να βγεις από μια οικονομική στενότητα."

  5. "Estar en un aprieto."

  6. "Να βρίσκεσαι σε δύσκολη κατάσταση."
  7. "El proyecto está en un aprieto porque falta tiempo."
  8. "Το έργο είναι σε δύσκολη κατάσταση γιατί λείπει ο χρόνος."

  9. "Meterse en un aprieto."

  10. "Να μπλέκεις σε δύσκολες καταστάσεις."
  11. "No deberías meterte en ese aprieto."
  12. "Δεν θα έπρεπε να μπλέξεις σε αυτή τη δύσκολη κατάσταση."

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "aprieto" προέρχεται από το ρήμα "apretar," που σημαίνει "σφίγγω." Αναφέρεται στην αίσθηση της πίεσης, είτε σωματικής είτε ψυχικής.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Dificultad (δύσκολη κατάσταση) - Problema (πρόβλημα) - Estrechez (στενότητα)

Αντώνυμα: - Libertad (ελευθερία) - Facilidad (ευκολία) - Abundancia (αφθονία)



23-07-2024