apropiarse - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
DICLIB.COM
AI-based language tools

apropiarse (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

«Apropiarse» είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/ a.pɾo.piˈaɾ.se /

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη «apropriase» σημαίνει να καταλάβεις ή να αποκτήσεις κάτι που δεν σου ανήκει ή να το κάνεις δικό σου. Χρησιμοποιείται συχνά στο πλαίσιο της οικονομίας και της νομικής, π.χ. αναφέρεται σε περιπτώσεις κλοπής πνευματικών δικαιωμάτων ή το πώς κάποιος μπορεί να χρησιμοποιήσει ή να εκμεταλλευτεί κάτι που ανήκει σε άλλους.

Η συχνότητα χρήσης του είναι μέτρια, καθώς εμφανίζεται πιο συχνά σε γραπτό λόγο, όπως νομικά κείμενα ή οικονομικές αναλύσεις.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Es fácil apropiarse de ideas ajenas si no se tiene cuidado.
  2. Είναι εύκολο να οικειοποιηθείς ξένες ιδέες αν δεν προσέχεις.

  3. El artista decidió apropiarse de la cultura local en su obra.

  4. Ο καλλιτέχνης αποφάσισε να οικειοποιηθεί τη τοπική κουλτούρα στο έργο του.

  5. El gobierno no puede apropiarse de las propiedades privadas sin compensación.

  6. Η κυβέρνηση δεν μπορεί να οικειοποιηθεί τις ιδιωτικές περιουσίες χωρίς αποζημίωση.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη «apropriarse» δεν χρησιμοποιείται συχνά σε πολύ συγκεκριμένες ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο παρακάτω υπάρχουν κάποιες σχετικές προτάσεις:

  1. No es correcto apropiarse de los logros de otros.
  2. Δεν είναι σωστό να οικειοποιείσαι τα επιτεύγματα άλλων.

  3. Los derechos de autor protegen a los creadores de que alguien se apropie de su trabajo.

  4. Τα πνευματικά δικαιώματα προστατεύουν τους δημιουργούς από το να τους οικειοποιείται κάποιος το έργο τους.

  5. Es importante no apropiarse de costumbres que no nos pertenecen.

  6. Είναι σημαντικό να μην οικειοποιούμαστε έθιμα που δεν μας ανήκουν.

  7. Los políticos suelen apropiarse de promesas que no pueden cumplir.

  8. Οι πολιτικοί συνήθως οικειοποιούνται υποσχέσεις που δεν μπορούν να τηρήσουν.

Ετυμολογία

Η λέξη «apropriase» προέρχεται από το λατινικό «appropriare», που σημαίνει "να κάνω κάτι δικό μου". Η ρίζα «proprius» σημαίνει "ιδιωτικός" ή "δικός".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Ocuparse - Tomar - Adquirir

Αντώνυμα: - Dejar - Renunciar - Desprenderse



23-07-2024