Το "apuntador" είναι ουσιαστικό.
/a.punˈta.ðoɾ/
Η λέξη "apuntador" αναφέρεται σε ένα άτομο που βοηθά τους ηθοποιούς κατά τη διάρκεια παραστάσεων, συχνά παρέχοντας ατάκες ή οδηγίες από το παρασκήνιο. Στην γενική χρήση, μπορεί να αναφέρεται σε κάποιον που κρατά σημειώσεις ή υποδείξεις. Χρησιμοποιείται κυρίως στο θεατρικό περιβάλλον και λιγότερο σε προφορικές καθημερινές επικοινωνίες, αν και η χρήση του είναι πιο συχνή στο θεατρικό και συγκεντρωτικό πλαίσιο.
El apuntador se aseguraba de que todos los actores recordaran sus líneas.
(Ο υποβολέας φρόντιζε να θυμούνται όλοι οι ηθοποιοί τις ατάκες τους.)
En el teatro, el apuntador es fundamental para el éxito de la obra.
(Στο θέατρο, ο υποβολέας είναι θεμελιώδης για την επιτυχία της παράστασης.)
Η λέξη "apuntador" δεν διαθέτει πολλές καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να εμφανίζεται σε διάφορες φράσεις που περιγράφουν την υποστήριξη στο θέατρο. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις που ενδέχεται να χρησιμοποιηθεί με μεταφορική έννοια.
Siempre es bueno tener un apuntador en los momentos difíciles de la vida.
(Είναι πάντα καλό να έχεις έναν σημειωτή στις δύσκολες στιγμές της ζωής.)
En una reunión de trabajo, un buen apuntador puede ayudar a resumir las ideas principales.
(Σε μια επαγγελματική συνάντηση, ένας καλός σημειωτής μπορεί να βοηθήσει να συνοψίσει τις κύριες ιδέες.)
Aunque no es un apuntador formal, mi amigo siempre me ayuda a recordar mis compromisos.
(Αν και δεν είναι επίσημος υποβολέας, ο φίλος μου πάντα με βοηθά να θυμάμαι τις υποχρεώσεις μου.)
Η λέξη "apuntador" προέρχεται από το ρήμα "apuntar", που σημαίνει "να δείχνω" ή "να σημειώνω". Η κατάληξη "-dor" υποδεικνύει το πρόσωπο ή την πράξη που εκτελεί τη δράση.
Συνώνυμα: - observador (παρατηρητής) - anotador (σημειωτής)
Αντώνυμα: - olvidador (ξεχασιάρης) (σε κάποιες περιπτώσεις)