«Apuntarse» είναι ρήμα.
[apunˈtaɾse]
Η λέξη «apuntarse» χρησιμοποιείται στα Ισπανικά για να δηλώσει τη διαδικασία του να κάποιος εγγραφεί ή να δηλώσει τη συμμετοχή του σε κάτι, όπως σε ένα μάθημα, δραστηριότητα ή εκδήλωση. Είναι συνηθισμένη και χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό λόγο, αλλά και στο γραπτό πλαίσιο. Η συχνότητα χρήσης της είναι μέτρια έως υψηλή, καθώς η διαδικασία της εγγραφής είναι συχνά αναγκαία σε ποικιλία καταστάσεων.
Θα εγγραφώ στο μάθημα μαγειρικής.
¿Te vas a apuntar para participar en la competencia?
Θα δηλώσεις συμμετοχή για να συμμετάσχεις στον διαγωνισμό;
Ella se apuntó en el gimnasio para mejorar su salud.
Στο ισπανικό λεξιλόγιο, η λέξη «apuntarse» χρησιμοποιείται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
(Να δηλαδή, να μπλέκεις σε περιπέτειες.)
Apuntarse al carro.
(Να μπαίνεις σε μια νέα εφαρμογή.)
No te apuntes a tantas cosas.
(Μην αναλαμβάνεις περισσότερα από ότι μπορείς.)
Apuntarse a algo como un favor.
Η λέξη «apuntarse» προέρχεται από τη ρίζα «apuntar», η οποία σημαίνει "να δείξεις" ή "να σημειώσεις", συν το ανακλαστικό μόριο «-se», υποδηλώνοντας ότι η πράξη αφορά τον εαυτό.
Συνώνυμα: - Inscribirse - Registrarse
Αντώνυμα: - Desapuntarse (να αποχωρήσεις ή να ακυρώσεις την εγγραφή) - No participar (να μην συμμετέχεις)