Το "arado" είναι ένα ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή του "arado" χρησιμοποιώντας το Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο είναι: /aˈɾaðo/
Η λέξη "arado" μπορεί να μεταφραστεί στα Ελληνικά ως "άροτρο".
Το "arado" αναφέρεται σε ένα γεωργικό εργαλείο που χρησιμοποιείται για την εκσκαφή και την προετοιμασία του εδάφους πριν από τη σπορά. Χρησιμοποιείται ευρέως σε αγροτικές δραστηριότητες και είναι ένα βασικό εργαλείο στη γεωργία. Η χρήση του "arado" είναι συχνή στον προφορικό και γραπτό λόγο, ιδιαίτερα σε συζητήσεις που αφορούν τη γεωργία και την κηπουρική.
El agricultor utilizó el arado para preparar la tierra.
Ο αγρότης χρησιμοποίησε το άροτρο για να προετοιμάσει τη γη.
Con el arado, se puede labrar un gran campo de cultivo.
Με το άροτρο, μπορεί να οργωθεί ένα μεγάλο χωράφι καλλιέργειας.
Η λέξη "arado" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορούμε να δημιουργήσουμε κάποιες παραδείγματα που επικεντρώνονται στη γεωργία.
No hay mejor amigo que un buen arado en el campo.
Δεν υπάρχει καλύτερος φίλος από ένα καλό άροτρο στο χωράφι.
El arado es el primer paso hacia una buena cosecha.
Το άροτρο είναι το πρώτο βήμα προς μια καλή σοδειά.
Trabajar la tierra con un arado es un arte antiguo.
Η εργασία της γης με ένα άροτρο είναι μια αρχαία τέχνη.
Η λέξη "arado" προέρχεται από το λατινικό "aratrum", που αναφέρεται επίσης σε εργαλείο οργώματος.