arbol - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

arbol (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Λεξιλόγιο

Μέρος του λόγου: ουσιαστικό (αρσενικό)

Φωνητική μεταγραφή: /aɾˈβol/

Σημασιολογία: 1. Δέντρο 2. Δομή ή οργανισμός που παραπέμπει σε δέντρο

Σύνηθεις χρήσεις: Το "árbol" είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα δέντρα ή άλλες δομές που μοιάζουν με δέντρα.

Σχηματισμός κλίσης (για ρήμα): N/A

Μεταφράσεις στα Ελληνικά: - Δέντρο

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Φυτό - Δάσος

Αντώνυμα: - Ξηρασία - Άνυδρο

Παραδείγματα Προτάσεων

  1. El árbol da sombra en el parque. Το δέντρο ρίχνει σκιά στο πάρκο.

  2. El árbol genealógico de la familia está lleno de historias interesantes. Το γενεαλογικό δέντρο της οικογένειας είναι γεμάτο ενδιαφέρουσες ιστορίες.

Κλιστικές εκφράσεις

Η λέξη "árbol" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά. Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

  1. "No ver el bosque por el árbol" (Δεν βλέπω το δάσος λόγω του δέντρου) - Να μην βλέπει κάποιος τη γενική εικόνα λόγω μικρολεπτομερειών.

  2. "Estar como una cabra en un árbol" (Να είσαι σαν μία γίδα σε ένα δέντρο) - Να διαχωρίζεται κάποιος ή να κάνει κάτι που είναι εκτός του συνηθισμένου.

  3. "Talado por el árbol" (Καταστραφείς από το δέντρο) - Εκείνος που σχετίζεται με κάποιον ή κάτι που τον καταστρέφει.

  4. "Ser un árbol de la ciencia" (Να είσαι ένα δέντρο της γνώσης) - Να είσαι πολύ καλά ενημερωμένος και πληροφορημένος.

  5. "Más se perdió en Cuba" (Περισσότερα χάθηκαν στην Κούβα) - Εξήγηση ότι πρέπει να αποδεχτούμε την κατάσταση και να συνεχίσουμε.

  6. "Hasta el árbol más alto tiene un principio" (Ακόμα και το ψηλότερο δέντρο έχει ένα αρχή) — Έστω και αν κάτι φαίνεται αναμφισβήτητα δυνατό, ξεκίνησε από κάτι μικρό.

  7. "Por sus frutos los conoceréis" (Από τα καρπούς τους θα τους γνωρίσετε) — Θα κρίνετε τους ανθρώπους από τις πράξεις τους.

  8. "Árbol que nace torcido, jamás su tronco endereza." (Δέντρο που γεννιέται στραβό, ποτέ δεν θα ισιωθεί το κορμί του) - Μια αναφορά σε ανθρώπους που έχουν ελαττώματα από την παιδική ηλικία και δεν διορθώνονται.

Ετυμολογία

Η λέξη "árbol" προέρχεται από τα λατινικά "arbor".


Αν χρειαστείτε περισσότερες πληροφορίες, μη διστάσετε να ρωτήσετε.