Το "arcano" είναι ουσιαστικό και επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "arcano" χρησιμοποιώντας το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /aɾˈkano/.
Η λέξη "arcano" αναφέρεται σε κάτι που είναι κρυφό, μυστικό ή απόκρυφο. Χρησιμοποιείται συχνά σε πνευματικά ή μυθικά συμφραζόμενα, όπως σε συζητήσεις για μαγεία, αποκρυφισμό ή μυστικά. Στη γλώσσα των Ταρώ, για παράδειγμα, οι «arcano» αναφέρονται στις κάρτες που ερμηνεύονται μυστικιστικά.
Η χρήση της είναι αρκετά συχνή σε γραπτό και προφορικό λόγο, ιδιαίτερα σε λογοτεχνικά, πνευματικά ή φιλοσοφικά κείμενα.
El arcano de la vida es un misterio que todos intentan resolver.
(Το μυστήριο της ζωής είναι ένα μυστικό που όλοι προσπαθούν να λύσουν.)
Los antiguos textos están llenos de arcanos que revelan secretos.
(Τα αρχαία κείμενα είναι γεμάτα από μυστικά που αποκαλύπτουν μυστικά.)
Η λέξη "arcano" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
Conocer los arcanos del universo
(Να γνωρίσεις τα μυστικά του σύμπαντος)
Desvelar los arcanos de la magia
(Αποκαλύπτοντας τα μυστικά της μαγείας)
Los arcanos del amor
(Τα μυστικά της αγάπης)
Cada arcano tiene su propia historia
(Κάθε μυστικό έχει τη δική του ιστορία)
Η λέξη "arcano" προέρχεται από το λατινικό "arcanus," που σημαίνει "μυστικός" ή "απόκρυφος." Συνδέεται με τη ρίζα "arcae," που σημαίνει "κιβώτιο" ή "κλειστός χώρος," υποδηλώνοντας έναν τόπο όπου κρατούνται κρυμμένα μυστικά.
Συνώνυμα: - Místico - Secreto - Misterioso
Αντώνυμα: - Público - Conocido - Claro