Το "arco" είναι ένα ουσιαστικό (sustantivo) στη γλώσσα Ισπανικά.
Η φωνητική μεταγραφή του "arco" σύμφωνα με το Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο είναι: /ˈaɾ.ko/.
Η λέξη "arco" μπορεί να μεταφραστεί ως: - τόξο - γέφυρα (σε ορισμένα συμφραζόμενα) - καμάρα
Η λέξη "arco" χρησιμοποιείται κυρίως για να δηλώσει ένα τόξο, το οποίο είναι ένα καμπύλο σχήμα, συχνά στην αρχιτεκτονική (π.χ., μια καμάρα) ή στη γεωμετρία. Χρησιμοποιείται επίσης στον αθλητισμό για να αναφερθεί στο τόξο του τοξότη. Συχνά χρησιμοποιείται τόσο προφορικά όσο και γραπτά, με ενδεχομένως μεγαλύτερη χρήση στον προφορικό λόγο.
El arco del triunfo es un monumento famoso en París.
(Το τόξο της νίκης είναι ένα διάσημο μνημείο στο Παρίσι.)
El arquero disparó la flecha con su arco.
(Ο τοξότης πυροβόλησε το βέλος με το τόξο του.)
Η λέξη "arco" εμφανίζεται και σε κάποιες ιδιωματικές φράσεις στη γλώσσα Ισπανικά, όπως:
Bajo un arco de flores
(Κάτω από ένα τόξο λουλουδιών)
Siempre hay un arco iris después de la tormenta
(Πάντα υπάρχει ένα τόξο του ουρανού μετά από την καταιγίδα)
El arco de la ley
(Το τόξο του νόμου)
Cruzar bajo el arco
(Να διασχίσεις κάτω από το τόξο)
Hacer un arco con la espalda
(Να κάνεις ένα τόξο με την πλάτη)
Η λέξη "arco" προέρχεται από το λατινικό "arcus", που σημαίνει τόξο ή καμάρα.
Συνώνυμα: - curva (καμπύλη) - arco iris (ουράνιο τόξο)
Αντώνυμα: - línea recta (ευθεία γραμμή) - plano (επίπεδο)