ardiendo - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

ardiendo (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φωνητική μεταγραφή

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "ardiendo" προέρχεται από το ρήμα "arder", που σημαίνει "καίω" ή "φλέγοντας". Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι σε κατάσταση καύσης ή υψηλής θερμότητας. Το "ardiendo" χρησιμοποιείται συχνά σε γραπτό και προφορικό λόγο, αν και σε ορισμένα πλαίσια μπορεί να είναι πιο κοινό σε περιγραφές που σχετίζονται με καύσεις, φωτιές ή συναισθηματικές καταστάσεις (όπως πάθος).

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. El fuego estaba ardiendo intensamente en la chimenea.
  2. Η φωτιά καίγεται έντονα στο τζάκι.

  3. Ella sentía su corazón ardiendo de amor.

  4. Αυτή ένιωθε την καρδιά της να καίγεται από αγάπη.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "ardiendo" μπορεί να βρει εφαρμογή σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που ενέχουν συναισθηματική ή περιγραφική φόρτιση.

  1. Está ardiendo de cólera.
  2. Είναι φλεγόμενος από οργή.

  3. Sus ojos estaban ardiendo de deseo.

  4. Τα μάτια της ήταν καυτά από επιθυμία.

  5. El ambiente estaba ardiendo de tensión.

  6. Η ατμόσφαιρα ήταν καυτή από ένταση.

  7. Me siento ardiendo de rabia.

  8. Νιώθω να καίγομαι από θυμό.

Ετυμολογία

Η λέξη "ardiendo" προέρχεται από το λατινικό "ardere", που σημαίνει "να καίει". Το "ardiendo" είναι η μετοχή του ενεργητικού φωνητικού του ρήματος, που δείχνει τη συνεχιζόμενη ενέργεια της καύσης.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024