Το "arengar" είναι ρήμα.
/arenˈɡaɾ/
Η λέξη "arengar" αναφέρεται στη διαδικασία της συγκέντρωσης ή της οργάνωσης ανθρωπίνων ή άλλων πόρων με σκοπό τη συνεργασία ή την επίτευξη ενός κοινού στόχου. Χρησιμοποιείται συνήθως σε πλαίσια που αφορούν οργανωμένες δραστηριότητες ή εκδηλώσεις. Στη γλώσσα των Ισπανόφωνων, είναι πιο συχνή στο γραπτό πλαίσιο και επίσης χρησιμοποιείται στον προφορικό λόγο.
"Voy a arengar a todos para la reunión."
(Θα συγκεντρώσω όλους για τη συνάντηση.)
"El líder intentó arengar a su equipo antes del partido."
(Ο ηγέτης προσπάθησε να συγκεντρώσει την ομάδα του πριν από τον αγώνα.)
Η λέξη "arengar" συνδυάζεται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με τη συγκέντρωση και την οργάνωση:
"Arengar las tropas"
(Να συγκεντρώσεις τις δυνάμεις.)
Χρησιμοποιείται όταν μιλάμε για τη συγκέντρωση στρατευμάτων πριν από μια μάχη ή μια δύσκολη κατάσταση.
"Arengar a la familia"
(Να συγκεντρώσεις την οικογένεια.)
Χρησιμοποιείται για την οργανωμένη συγκέντρωση συγγενών για κάποιο οικογενειακό γεγονός.
"Arengar los recursos"
(Να συγκεντρώσεις τους πόρους.)
Χρησιμοποιείται σε επιχειρηματικά ή οικονομικά πλαίσια αναφερόμενο στη συγκέντρωση των απαιτούμενων πόρων για ένα έργο.
Η λέξη "arengar" προέρχεται από το λατινικό "arrengare", που σημαίνει "να τακτοποιώ σε σειρά". Η ρίζα υποδηλώνει τη διαδικασία οργάνωσης και ταξινόμησης.
Συνώνυμα: - Agrupar (ομαδοποιώ) - Reunir (συγκεντρώνω)
Αντώνυμα: - Dispersar (διασκορπίζω) - Separar (χωρίζω)