Η λέξη "arenoso" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "arenoso" σε διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /aɾeˈnoso/
Η λέξη "arenoso" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως "αμμώδης".
Η λέξη "arenoso" προέρχεται από την ισπανική λέξη "arena" που σημαίνει "άμμος". Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που έχει σχέση με την άμμο ή είναι φτιαγμένο από άμμο. Η συχνότητά της είναι σχετικά μεγαλύτερη στον γραπτό λόγο, ιδιαίτερα σε περιγραφές τοπίων, γεωλογικών χαρακτηριστικών ή περιβαλλοντικών μελετών.
El desierto es arenoso y caluroso.
(Η έρημος είναι αμμώδης και ζεστή.)
Las playas son arenosas y perfectas para nadar.
(Οι παραλίες είναι αμμώδεις και τέλειες για κολύμπι.)
El terreno era arenoso, lo que dificultaba el cultivo.
(Το έδαφος ήταν αμμώδες, κάτι που δυσκόλευε την καλλιέργεια.)
Στην ισπανική γλώσσα, η λέξη "arenoso" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συναντηθεί σε περιγραφές που συνδυάζουν το τοπίο με την κατάσταση ή τη διάθεση.
La vida es como un camino arenoso, a veces difícil de recorrer.
(Η ζωή είναι σαν έναν αμμώδη δρόμο, μερικές φορές δύσκολο να διασχίσεις.)
A veces, los problemas son tan arenosos como la arena en la playa.
(Ορισμένες φορές, τα προβλήματα είναι τόσο αμμώδη όσο η άμμος στην παραλία.)
Η λέξη "arenoso" προέρχεται από τη λατινική λέξη "arena", που σημαίνει "άμμος". Η ρίζα της λέξης σχετίζεται άμεσα με το στοιχείο της άμμου και χρησιμοποιείται ευρέως για να χαρακτηρίσει το έδαφος ή τα τοπία που περιέχουν άμμο.
Συνώνυμα: - Arenal - Arenito (σχετικά με το βράχο που περιέχει άμμο)
Αντώνυμα: - Rocoso (βραχώδης) - Denso (πυκνός)