Η λέξη "armada" είναι ουσιαστικό (sustantivo).
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "armada" με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι /aʁˈma.ða/.
Η λέξη "armada" αναφέρεται σε μια ομάδα πλοίων, κυρίως πολεμικών, που χρησιμοποιούνται ως στρατηγική δύναμη. Στη γλώσσα των Ισπανών, είναι αρκετά συχνά χρησιμοποιούμενη τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο, με συχνή εμφάνιση σε κείμενα που σχετίζονται με την ιστορία, τη στρατηγική και την ναυτική τέχνη.
La armada española fue muy poderosa en el siglo XVI.
(Ο ισπανικός στόλος ήταν πολύ ισχυρός τον 16ο αιώνα.)
La armada estadounidense participa en ejercicios conjuntos.
(Η αμερικανική ναυτική δύναμη συμμετέχει σε κοινές ασκήσεις.)
Η λέξη "armada" χρησιμοποιείται σε μερικές ιδιωματικές εκφράσεις και είναι σημαντική στον στρατιωτικό και ναυτικό λόγο.
Tomar la armada al asalto.
(Να επιτεθούν στον στόλο.)
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια επιθετική στρατηγική.
Armarse hasta los dientes.
(Να είναι έτοιμος για μάχη.)
Εννοεί την πλήρη προετοιμασία για αντιπαράθεση.
Estar en la armada.
(Να είσαι στον στόλο.)
Ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που συμμετέχει ενεργά σε μια ομάδα ή οργάνωση.
Hacer de la armada un símbolo de poder.
(Να κάνεις τον στόλο σύμβολο δύναμης.)
Χρησιμοποιείται για να δηλώσει την αποτύπωση της ισχύος ενός κράτους μέσω της ναυτικής του δύναμης.
Η λέξη "armada" προέρχεται από το ισπανικό "armar", που σημαίνει "να εξοπλίσει" ή "να οργανώσει". Συνδέεται επίσης με τον λατινικό όρο "arma", που σημαίνει "όπλα".
Συνώνυμα: - flota (στόλος) - escuadra (συγκροτήμα)
Αντώνυμα: - desarme (αφοπλισμός) - paz (ειρήνη)