Η λέξη "arranca" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "arranca" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /aˈraŋ.ka/
Η λέξη "arranca" είναι η τρίτη πρόσωπο ενικού του ενεστώτα του ρήματος "arrancar", το οποίο σημαίνει να αρχίσει κάτι ή να τραβήξει κάτι με δύναμη. Χρησιμοποιείται συχνά στα ισπανικά και μπορεί να αναφέρεται τόσο σε φυσικά όσο και σε μεταφορικά νοήματα.
Η χρήση της είναι συχνή και εμφανίζεται σε προφορικές και γραπτές επικοινωνίες. Ωστόσο, μπορεί να παρατηρηθεί μεγαλύτερη συχνότητα στη γραπτή γλώσσα, όπως σε κείμενα ή δημοσιεύσεις.
Arranca el coche con cuidado.
(Ξεκίνησε το αυτοκίνητο προσεκτικά.)
Cuando arranca la música, todos comienzan a bailar.
(Όταν ξεκινά η μουσική, όλοι αρχίζουν να χορεύουν.)
El médico arranca la muela al paciente.
(Ο γιατρός αφαιρεί το δόντι από τον ασθενή.)
Η λέξη "arranca" χρησιμοποιείται σε μερικές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά:
Esa película me arrancó de risa hasta que me dolió el estómago.
(Αυτή η ταινία με έκανε να γελάω μέχρι που με πόνεσε η κοιλιά.)
Arrancar una sonrisa.
(Φέρνει ένα χαμόγελο.)
Su broma siempre arranca una sonrisa a todos.
(Το αστείο του πάντα φέρνει ένα χαμόγελο σε όλους.)
Arrancar a alguien de algo.
(Να αποσπάσει κάποιον από κάτι.)
El trabajo arduo lo arrancó de su familia.
(Η σκληρή δουλειά τον αποσπάσε από την οικογένειά του.)
Arrancar en frío.
(Ξεκινά σε κρύες συνθήκες.)
El coche no arranca en frío si la batería está débil.
(Το αυτοκίνητο δεν ξεκινά σε κρύες συνθήκες αν η μπαταρία είναι αδύναμη.)
Arrancar el motor.
(Ξεκινώ τον κινητήρα.)
Η λέξη "arrancar" προέρχεται από το ρωμαϊκό ρήμα "arrancare", το οποίο σημαίνει "να τραβηχτεί" ή "να αφαιρεθεί". Η σύνθεση του στα Ισπανικά υιοθετεί την έννοια του να αρχίσει κάτι ή να αποσπάσει κάτι με βία.
Συνώνυμα: - "comenzar" (να ξεκινήσει) - "iniciar" (να αρχίσει) - "extraer" (να αφαιρεθεί)
Αντώνυμα: - "detener" (να σταματήσει) - "cesar" (να σταματήσει) - "parar" (να σταματήσει)