Ρήμα (ή μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως ουσιαστικό).
[aranˈke]
Η λέξη "arranque" αναφέρεται στην έννοια της εκκίνησης ή της έναρξης, συχνά σε σχέση με μηχανές ή συστήματα. Χρησιμοποιείται ευρέως στον τεχνικό και καθημερινό λόγο. Στην ισπανική γλώσσα, χρησιμοποιείται τόσο στο γραπτό όσο και στον προφορικό λόγο, με ίση συχνότητα.
"El arranque del motor fue exitoso."
(Η εκκίνηση του κινητήρα ήταν επιτυχής.)
"Necesitamos un buen arranque para este proyecto."
(Χρειαζόμαστε μια καλή εκκίνηση για αυτό το έργο.)
Η λέξη "arranque" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά:
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια στιγμή κατά την οποία κάποιος εκδηλώνει ξαφνικά θυμό.
"Arranque explosivo"
(Εκρηκτική εκκίνηση.)
Αναφέρεται σε μια αρχή που είναι δυναμική και γεμάτη ενέργεια.
"El arranque de una carrera"
(Η εκκίνηση μιας κούρσας.)
Χρησιμοποιείται σχεδόν πάντα στο πλαίσιο του αθλητισμού, περιγράφοντας την αρχή ενός αγώνα.
"Darle un buen arranque a la conversación"
(Να δώσουμε μια καλή εκκίνηση στη συζήτηση.)
Η λέξη "arranque" προέρχεται από το ρήμα "arrancar", το οποίο σημαίνει "να ξεκινήσεις" ή "να ξεριζώσεις". Η ρίζα της είναι Λατινική, από το "arrancare".
Συνώνυμα: - Inicio (έναρξη) - Comienzo (ξεκίνημα)
Αντώνυμα: - Parada (στάση) - Detención (στάθμιση)