arrendador - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

arrendador (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "arrendador" είναι ουσιαστικό (sustantivo).

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /arrenˈðaðoɾ/.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "arrendador" αναφέρεται σε ένα άτομο ή οντότητα που ενοικιάζει ή εκμισθώνει κάποιο περιουσιακό στοιχείο, όπως ένα ακίνητο, σε άλλο άτομο (τον ενοικιαστή). Η χρήση της λέξης είναι συχνή στον τομέα της νομικής και των οικονομικών, ειδικά σε συμβάσεις ενοικίασης. Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El arrendador firmó el contrato de alquiler.
  2. Ο εκμισθωτής υπέγραψε τη σύμβαση ενοικίασης.

  3. Si tienes problemas, habla con tu arrendador.

  4. Αν έχεις προβλήματα, μίλα με τον εκμισθωτή σου.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Στα ισπανικά, η λέξη "arrendador" δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, παρά το γεγονός αυτό, μπορεί να εμφανίζεται σε σχετικούς συμφραζόμενους.

Παραδείγματα ιδιωματικών χρήσεων

  1. Ser un buen arrendador.
  2. Να είσαι καλός εκμισθωτής. (σημαίνει ότι ο εκμισθωτής είναι δίκαιος και ευγενικός στους ενοικιαστές.)

  3. Conocer los derechos del arrendador.

  4. Να γνωρίζεις τα δικαιώματα του εκμισθωτή. (σημαίνει ότι ένας εκμισθωτής πρέπει να είναι ενήμερος για τα νομικά του δικαιώματα.)

  5. Derechos y obligaciones del arrendador.

  6. Δικαιώματα και υποχρεώσεις του εκμισθωτή. (αναφέρεται στα νομικά πλαίσια που διέπουν την ενοικίαση).

Ετυμολογία

Η λέξη "arrendador" προέρχεται από το ρήμα "arrendar", το οποίο σημαίνει "ενοικιάζω". Η ρίζα του "arrendar" μπορεί να αναχθεί στο λατινικό "arrendar" ή "reddere" που σημαινούν "επιστρέφω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024