Η λέξη "arriesgarse" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "arriesgarse" με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι: /a.ri.esˈɡaɾ.se/
Η λέξη "arriesgarse" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - "να ρισκάρω" - "να κινδυνεύω"
Η λέξη "arriesgarse" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να υποδηλώσει την πράξη του να αναλαμβάνει κανείς κίνδυνο ή να βρίσκεται σε κατάσταση κινδύνου με σκοπό την επίτευξη μίας επιθυμητής κατάστασης ή αποτελέσματος. Η χρήση της παρατηρείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και οι πληροφορίες δείχνουν ότι είναι πιο κοινή στον προφορικό λόγο.
"Είναι σημαντικό να ρισκάρεις για να πετύχεις τα όνειρά σου."
"No quiero arriesgarme a perder mi trabajo."
Η λέξη "arriesgarse" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά. Μερικές από αυτές περιλαμβάνουν:
Χρησιμοποιείται όταν κάνουμε μια πράξη που μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες.
"Arriesgarse con una idea nueva"
Αναφέρεται στην τολμηρή απόφαση να εισαχθεί μια καινοτόμος ή μη δοκιμασμένη ιδέα.
"A veces hay que arriesgarse para ganar."
Υπογραμμίζει την ανάγκη για ρίσκο ώστε να επιτευχθούν σημαντικοί στόχοι.
"Arriesgarse a cambiar de trabajo"
Ρήση που αφορά την απόφαση να αλλάξει κανείς επαγγελματικό περιβάλλον.
"No te arriesgues sin prepararte."
Η λέξη "arriesgarse" προέρχεται από το ρήμα "arriesgar", που σημαίνει "να ρισκάρω". Η ρίζα της λέξης συνδέεται με το παλαιό γαλλικό "risquer", που παραπέμπει στην έννοια του κινδύνου.
Συνώνυμα: - "Poner en riesgo" (να θέτεις σε κίνδυνο) - "Exponerse" (να εκτίθεσαι)
Αντώνυμα: - "Evitar" (να αποφεύγεις) - "Seguir" (να ακολουθείς, να παραμένεις ασφαλής)