Arrimadizo είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA): /a.ri.maˈði.θo/
Το arrimadizo στη γλώσσα των Ισπανικών έχει την έννοια του "αυτού που χρησιμοποιείται για να στηριχθεί ή να τοποθετηθεί σε μια θέση". Χρησιμοποιείται σε γλωσσικά περιβάλλοντα που σχετίζονται με τον προφορικό και γραπτό λόγο, αν και η χρήση του είναι πιο συχνή σε γραπτό πλαίσιο.
Η λέξη μπορεί να αναφέρεται σε αντικείμενα που είναι εναποθετημένα ή στηριγμένα σε άλλες επιφάνειες. Σήμερα δεν είναι τόσο κοινή στην καθημερινή ομιλία και μπορεί να θεωρείται περισσότερο αρχαϊκή.
Το ράφι είναι στηριζόμενο, οπότε μπορεί να μετακινείται εύκολα.
Las sillas son arrimadizas, perfectas para la reunión.
Η λέξη arrimadizo δεν χρησιμοποιείται πολύ σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να παρατηρηθεί σε σχηματισμούς που σχετίζονται με τη σημασία της στήριξης.
Μην στηρίζεσαι σε μένα, ή θα πέσεις.
Algo arrimadizo, no puede estar seguro.
Η λέξη arrimadizo προέρχεται από το ρήμα "arrimar" που σημαίνει "να στηρίξεις" ή "να φέρεις κοντά". Το "дizo" προστίθεται για να υποδηλώσει ότι κάτι είναι ικανό να υπάρξει ή να υποστηριχθεί μια τέτοια θέση.
Συνώνυμα: - Apoyado (στηριγμένος) - Sostenido (υποστηριγμένος)
Αντώνυμα: - Despegado (ξεκολλημένος) - Suelto (χαλαρός)