Η λέξη "arrollador" είναι ουσιαστικό και χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει κάποιον ο οποίος αναπτύσσει ή δημιουργεί εφαρμογές, λογισμικό ή προγράμματα. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί και ως επίθετο για να περιγράψει κάτι που έχει την ικανότητα να "αρρωλεί" ή να καταστρέφει.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "arrollador" στα διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /a.ro.ʝaˈðoɾ/
Στη γλώσσα Ισπανικά, η λέξη "arrollador" αναφέρεται κυρίως σε κάποιον που ασχολείται επαγγελματικά με την ανάπτυξη λογισμικού. Συχνά χρησιμοποιείται στον τομέα της πληροφορικής και της τεχνολογίας. Είναι πιο συνηθισμένη στο γραπτό πλαίσιο, αν και μπορεί να εμφανίζεται και σε συζητήσεις που σχετίζονται με την τεχνολογία.
Ο αναπτυξιακός τερμάτισε το νέο λογισμικό σε χρόνο ρεκόρ.
Contratamos a un arrollador para mejorar nuestra aplicación.
Προσλάβαμε έναν προγραμματιστή λογισμικού για να βελτιώσουμε την εφαρμογή μας.
El arrollador presentó una innovadora solución durante la conferencia.
Η λέξη "arrollador" δεν καταλαμβάνει τον ρόλο των ιδιωματικών εκφράσεων όσο άλλες λέξεις στη γλώσσα Ισπανικά, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες περιπτώσεις.
Να είσαι ένας αναπτυξιακός στη βιομηχανία τεχνολογίας.
Trabajar como arrollador implica mucha dedicación.
Η εργασία ως αναπτυξιακός συνεπάγεται πολλή αφοσίωση.
Un arrollador creativo puede cambiar las reglas del juego.
Η λέξη "arrollador" προέρχεται από το ρήμα "arrollar", που σημαίνει "να αναπτύσσω" ή "να καταστρέφω" και προέρχεται από την ισπανική ρίζα "rollo", που σχετίζεται με την έννοια της κύλισης ή της ανάπτυξης.
Αυτές οι πληροφορίες προσφέρουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της λέξης "arrollador" και των σχετικών της χρήσεων στη γλώσσα Ισπανικά.