Artefacto είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή: /aɾ.teˈfak.to/
Η λέξη artefacto χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα αντικείμενο που έχει κατασκευαστεί από ανθρώπους, συνήθως με μια συγκεκριμένη λειτουργία ή σκοπό. Χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς όπως η αρχαιολογία, οι επιστήμες, η τέχνη και η τεχνολογία. Η χρήση της λέξης είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με ελαφρώς μεγαλύτερη συχνότητα στον γραπτό λόγο, καθώς αναφέρεται συχνά σε πιο επιστημονικά ή τεχνικά κείμενα.
"Το άρτιφηκτο που βρέθηκε στην ανασκαφή ήταν πολύ αρχαίο."
"Los científicos analizaron el artefacto para entender su funcionamiento."
"Οι επιστήμονες ανάλυεσαν το άρτιφηκτο για να κατανοήσουν τη λειτουργία του."
"Este artefacto es un ejemplo perfecto de la tecnología de su tiempo."
Η λέξη artefacto χρησιμοποιείται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις που ενδέχεται να μεταφέρουν ιδέες ή έννοιες πέρα από την κυριολεκτική της σημασία.
"Να δημιουργήσεις άρτιφηκτα από το μηδέν."
"Este problema es un artefacto de mala planificación."
"Αυτό το πρόβλημα είναι ένα άρτιφηκτο κακής σχεδίασης."
"El artefacto de la modernidad nos ha separado de la naturaleza."
"Το άρτιφηκτο της μοντερνικότητας μας έχει απομακρύνει από τη φύση."
"No te dejes engañar por los artefactos de la publicidad."
"Μη σε παραπλανήσουν τα άρτιφηκτα της διαφήμισης."
"En el mundo digital, cada artefacto tiene una historia que contar."
"Στον ψηφιακό κόσμο, κάθε άρτιφηκτο έχει μια ιστορία να πει."
"Un artefacto puede ser tanto útil como peligroso, dependiendo de su uso."
Η λέξη artefacto προέρχεται από την λατινική λέξη "arte factum", που σημαίνει "κατασκευασμένο με τέχνη" ή "δημιουργία μέσω τεχνικών ικανοτήτων".
Συνώνυμα: - Objeto (αντικείμενο) - Creación (δημιουργία) - Producto (προϊόν)
Αντώνυμα: - Naturaleza (φύση) - Inexistencia (μη ύπαρξη)
Η λέξη artefacto λοιπόν καλύπτει μια ευρεία γκάμα σημασιών και χρήσεων, αντανακλώντας τη σύνθετη σχέση των ανθρώπων με τα αντικείμενα που δημιουργούν και χρησιμοποιούν.