Ρήμα
/asoθjaɾse/
Η λέξη "asociarse" στα Ισπανικά χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ενέργεια του να συνδέεσαι ή να συνεργάζεσαι με άλλους. Συχνά χρησιμοποιείται σε επιχειρηματικά ή κοινωνικά συμφραζόμενα για να περιγράψει τη δημιουργία μιας συνεργασίας ή ενός ισχυρού δεσμού. Η λέξη έχει συχνή χρήση και στον προφορικό και στον γραπτό λόγο.
Παραδείγματα προτάσεων:
1. Decidí asociarme con varios amigos para iniciar un negocio.
Αποφάσισα να συνεργαστώ με αρκετούς φίλους για να ξεκινήσω μια επιχείρηση.
Η λέξη "asociarse" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, καθιστώντας την πολύ σημαντική στην καθημερινή ομιλία.
Παραδείγματα με ιδιωματικές εκφράσεις:
1. Asociarse al éxito requiere esfuerzo y dedicación.
Η συνεργασία με την επιτυχία απαιτεί προσπάθεια και αφοσίωση.
No hay que asociarse con malas compañías.
Δεν πρέπει να συνεργαζόμαστε με κακές παρέες.
Al asociarse con un grupo, se multiplican las oportunidades.
Όταν συνεργάζεσαι με μια ομάδα, οι ευκαιρίες πολλαπλασιάζονται.
Es mejor asociarse a personas positivas.
Είναι καλύτερα να συνεργάζεσαι με θετικούς ανθρώπους.
Η λέξη "asociarse" προέρχεται από το λατινικό "associāre," που σημαίνει "να συνδέεις" ή "να συναθροίζεις."
Συνώνυμα: - colaborar (συνεργάζομαι) - unirse (ενώνομαι)
Αντώνυμα: - separarse (χωρίζομαι) - disociarse (αποσυνδέομαι)