Το "asolar" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή του "asolar" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /asoˈlaɾ/.
Το "asolar" έχει την έννοια της έκθεσης στον ήλιο ή της προσφοράς ηλιακής ενέργειας. Χρησιμοποιείται κυρίως σε περιβάλλοντα που σχετίζονται με την ενέργεια ή την αρχιτεκτονική, όταν αναφέρεται σε κτίρια ή περιοχές που εκτείνονται ή προσανατολίζονται προς τον ήλιο.
Συχνότητα χρήσης: Χρησιμοποιείται συχνά σε γραπτές αναφορές σε ενεργειακά συστήματα και κατασκευές. Η χρήση της λέξης είναι πιο συχνή στο γραπτό λόγο παρά στον προφορικό.
Los edificios están diseñados para asolar adecuadamente en invierno.
(Τα κτίρια είναι σχεδιασμένα για να εκτίθενται κατάλληλα στον ήλιο το χειμώνα.)
Es importante asolar las casas para aprovechar la energía solar.
(Είναι σημαντικό να προσανατολίζονται τα σπίτια ώστε να εκμεταλλεύονται την ηλιακή ενέργεια.)
Το "asolar" δεν είναι πολύ κοινό σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο υπάρχουν κάποιες φράσεις που σχετίζονται με τη χρήση του:
Asolar la energía.
(Να εκμεταλλευτούμε την ηλιακή ενέργεια.)
La importancia de asolar los espacios exteriores para la sostenibilidad.
(Η σημασία της ηλιακής έκθεσης στους εξωτερικούς χώρους για τη βιωσιμότητα.)
Es conveniente asolar las ventanas para reducir el consumo energético.
(Είναι συμφέρον να προσανατολίζονται οι παράθυρες ώστε να μειωθεί η κατανάλωση ενέργειας.)
Η λέξη "asolar" προέρχεται από το λατινικό "solaris", που σημαίνει "σχετικός με τον ήλιο". Συνδυάζει την πρόθεση "a-" και τη ρίζα "solar".
Συνώνυμα: - Solar (ηλιακός) - Iluminar (να φωτίσει)
Αντώνυμα: - Oscurecer (να σκοτεινιάσει) - Enfriar (να ψυχράνει)
Αυτή είναι μια ολοκληρωμένη ανασκόπηση της λέξης "asolar" στα Ισπανικά με όλες τις σχετικές πληροφορίες.