Η λέξη "aspecto" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή (Διεθνές φωνητικό αλφάβητο): [asˈpekto]
Η λέξη "aspecto" χρησιμοποιείται για να αναφέρεται σε διάφορους τύπους οπτικών ή μη οπτικών "όψεων" ή "πλευρών" ενός πράγματος, ατόμου ή καταστάσεως. Μπορεί να αναφέρεται στην εξωτερική εμφάνιση κάποιου ή κάτι, τη διάσταση ενός ζητήματος ή ακόμα και στην πτυχή μιας έννοιας. Στη γλώσσα των επιστημών, μπορεί επίσης να κάνει αναφορά σε χαρακτηριστικά ή συμπεριφορές.
Η χρήση της είναι αρκετά συχνή και απαντάται τόσο στον προφορικό λόγο όσο και σε γραπτές μορφές, με ελαφρώς μεγαλύτερη συχνότητα στις γραπτές μορφές.
Su aspecto es muy atractivo.
(Η όψη του είναι πολύ ελκυστική.)
El aspecto económico del proyecto es fundamental.
(Η οικονομική πλευρά του έργου είναι θεμελιώδης.)
Ella tiene un aspecto saludable.
(Έχει μια υγιή εμφάνιση.)
Η λέξη "aspecto" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:
Tomar un aspecto diferente
Tenía que tomar un aspecto diferente para ser más atractiva.
(Έπρεπε να αποκτήσει μια διαφορετική όψη για να είναι πιο ελκυστική.)
A primera vista (Σε πρώτη όψη)
A primera vista, el aspecto del lugar era encantador.
(Σε πρώτη όψη, η όψη του τόπου ήταν γοητευτική.)
Aspecto desagradable
El aspecto desagradable de la situación no se puede ignorar.
(Η δυσάρεστη όψη της κατάστασης δεν μπορεί να αγνοηθεί.)
Ser un aspecto clave
La comunicación es un aspecto clave en cualquier relación.
(Η επικοινωνία είναι ένα κλειδί στην οποιαδήποτε σχέση.)
Dejar un buen aspecto
Siempre llega con un buen aspecto a las reuniones.
(Πάντα φτάνει με καλή όψη στις συναντήσεις.)
Aspecto visual
El aspecto visual del diseño es muy importante.
(Η οπτική όψη του σχεδιασμού είναι πολύ σημαντική.)
Η λέξη "aspecto" προέρχεται από το λατινικό "aspectus," που σημαίνει "όψη" ή "παρατήρηση." Η ρίζα της συνδέεται με το ρήμα "adspicere," το οποίο σημαίνει "να κοιτάξει κάποιος κάτι."
Συνώνυμα:
- apariencia (εμφάνιση)
- faceta (πλευρά)
Αντώνυμα:
- interior (εσωτερικός)
- oculto (κρυφός)