Το "atemorizar" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή του "atemorizar" στα Ισπανικά είναι: /atemoriˈθaɾ/ (στην Ισπανία) ή /atemoriˈzaɾ/ (στην Λατινική Αμερική).
Η λέξη "atemorizar" σημαίνει να προκαλέσεις φόβο ή τρόμο σε κάποιον. Χρησιμοποιείται ευρέως στην προφορική και γραπτή γλώσσα, με ελαφρώς μεγαλύτερη συχνότητα στον προφορικό λόγο, μιας και συχνά χρησιμοποιείται σε προφορικές συζητήσεις σχετικά με συναισθήματα ή καταστάσεις που προκαλούν φόβο.
"El ladrón intentó atemorizar a la víctima con un cuchillo."
(Ο ληστής προσπάθησε να τρομάξει το θύμα με ένα μαχαίρι.)
"Las historias de fantasmas a menudo atemorizan a los niños."
(Οι ιστορίες φαντασμάτων συχνά τρομάζουν τα παιδιά.)
"No quiero atemorizarte, pero es mejor que estés preparado."
(Δεν θέλω να σε τρομάξω, αλλά είναι καλύτερα να είσαι προετοιμασμένος.)
Η λέξη "atemorizar" δεν χρησιμοποιείται πολύ σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μια πιθανή φράση που ενσωματώνει το ρήμα είναι:
"Atemorizado por el miedo."
(Τρομαγμένος από τον φόβο.)
"Atemorizando a la gente."
(Τρομάζοντας τους ανθρώπους.)
"No hay por qué atemorizarse."
(Δεν υπάρχει λόγος να τρομάζεις.)
Το "atemorizar" έχει τις ρίζες του στο αρχαίο ισπανικό ρήμα "temer," που σημαίνει "φοβάμαι." Προστίθεται το πρόθεμα "a-" για να δηλώσει την δράση του δημιουργήματος του φόβου.
Συνώνυμα: - Aterrorizar - Asustar - Espantar
Αντώνυμα: - Calmar - Tranquilizar - Confortar