Ρήμα
/ateˈneɾse/
Το "atenerse" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να εκφράσει την έννοια του να τηρείς ή να ακολουθείς κάτι, όπως νόμους, κανόνες ή υποσχέσεις. Χρησιμοποιείται συχνά σε νομικά ή κοινωνικά συμφραζόμενα, όταν αναφέρεται σε υποχρεώσεις ή προσδοκίες. Είναι ένα ρήμα με σχετικά υψηλή συχνότητα χρήσης και χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
Πρέπει να τηρούμε τους κανόνες του παιχνιδιού.
Ella decidió atenerse a su palabra y no cambiar de opinión.
Αυτή αποφάσισε να τηρήσει το λόγο της και να μην αλλάξει γνώμη.
Es importante atenerse a las instrucciones del manual.
Σημαίνει ότι κάποιος πρέπει να παραδεχτεί ή να υποστεί τις επιπτώσεις των πράξεών του.
Si no te atienes a la verdad, nadie te creerá.
Χρησιμοποιείται για να υποδείξει ότι η ειλικρίνεια είναι κρίσιμη για την αξιοπιστία.
Atenerse a la ley.
Μια κοινή φράση που χρησιμοποιείται σε νομικά συμφραζόμενα.
Es mejor atenerse a lo prometido.
Η λέξη "atenerse" προέρχεται από το λατινικό "tenere", που σημαίνει "κρατώ" ή "κρατώ υπό έλεγχο", με το πρόθεμα "a-" που δείχνει κατεύθυνση ή σκοπό.
Συνώνυμα: - Cumplir (εκτελώ) - Respetar (σέβομαι) - Sujetarse (υπόκειμαι)
Αντώνυμα: - Ignorar (αγνοώ) - Desobedecer (παραβαίνω) - Evitar (αποφεύγω)