Ρήμα.
/atiˈnaɾ/
Η λέξη "atinar" χρησιμοποιείται στη ισπανική γλώσσα για να εκφράσει την έννοια του να πετυχαίνει κάτι, να στοχεύει ή να βρίσκει το σωστό αντικείμενο ή λύση. Σε στρατιωτικό πλαίσιο, μπορεί να αναφέρεται στην ικανότητα της σωστής στόχευσης κατά τη διάρκεια στρατηγικών επιθέσεων ή στην επιτυχία ενός σχεδίου. Στη γενική χρήση είναι συνεπώς μια λέξη που υποδηλώνει ικανότητα και ακριβολογία. Χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό λόγο, αλλά και σε γραπτά κείμενα.
Los soldados deben atinar al objetivo durante el entrenamiento.
(Οι στρατιώτες πρέπει να στοχεύουν σωστά στον στόχο κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης.)
Es difícil atinar con la respuesta correcta.
(Είναι δύσκολο να πετύχεις τη σωστή απάντηση.)
Η λέξη "atinar" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στη ισπανική γλώσσα. Ορισμένες από αυτές είναι:
Atinar en el clavo.
(Πετυχαίνω ακριβώς το στόχο.)
Είναι μια έκφραση που σημαίνει ότι κάποιος έκανε μια ακριβή κρίση ή δήλωση.
No atinar a dar con la respuesta.
(Δεν μπορώ να πετύχω την απάντηση.)
Αυτή η φράση υποδηλώνει την αποτυχία να βρει κάποιος τη σωστή λύση ή απάντηση.
Atinar con el plan.
(Πετυχαίνω με το σχέδιο.)
Αυτή η έκφραση χρησιμοποιείται για να δηλώσει την επιτυχία ενός στρατηγικού σχεδίου.
No atinar una.
(Δεν πετυχαίνω ούτε μία.)
Δηλώνει την αποτυχία κάποιου να επιτύχει ή να πάρει τη σωστή απόφαση σε πολλές περιπτώσεις.
Η λέξη "atinar" προέρχεται από την λατινική λέξη "ad + tinere," που σημαίνει "να κρατώ" ή "να ελέγχω." Χρησιμοποιήθηκε για να αναπτύξει την έννοια της ακριβούς στόχευσης και της ικανότητας.
Συνώνυμα:
- acertar (πετυχαίνω)
- hallar (βρίσκω)
Αντώνυμα:
- errar (σφάλλω)
- fallar (αποτυγχάνω)