Atolondrar είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή του "atolondrar" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: [atolo̞nˈðɾaɾ].
Η λέξη "atolondrar" χρησιμοποιείται για να εκφράσει την κατάσταση στην οποία κάποιος χάνει την εστίαση ή την καθαρή σκέψη του, συνήθως λόγω εξωτερικών ερεθισμάτων ή υπερβολικής πληροφορίας. Είναι πιο συχνά σε προφορικό λόγο, αλλά μπορεί να εμφανιστεί και σε γραπτό κείμενο, κυρίως σε μη επίσημα συμφραζόμενα.
El ruido de la fiesta me atolondra.
(Ο θόρυβος από το πάρτι με αποδιοργανώνει.)
No me hables mientras trabajo, me atolondras.
(Μη μου μιλάς ενώ εργάζομαι, με μπερδεύεις.)
La cantidad de información me atolondró en la reunión.
(Η ποσότητα των πληροφοριών με αποδιοργάνωσε στη συνεδρίαση.)
Η λέξη "atolondrar" δεν έχει πολλές αναγνωρίσιμες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά χρησιμοποιείται σε διάφορες καθημερινές φράσεις που εκφράζουν την έννοια του μπερδέματος ή της αποδιοργάνωσης:
Estoy atolondrado por tantas cosas a la vez.
(Είμαι αποδιοργανωμένος λόγω τόσων πραγμάτων ταυτόχρονα.)
Me atolondré con todas las tareas que tengo que hacer.
(Με αποδιοργάνωσε με όλες τις δουλειές που πρέπει να κάνω.)
A veces, el estrés me atolondra y no sé qué hacer primero.
(Καμιά φορά, το άγχος με αποδιοργανώνει και δεν ξέρω τι να κάνω πρώτα.)
Η λέξη "atolondrar" προέρχεται από το προσφύγιο "tolondrar", το οποίο συνδυάζεται με το πρόθεμα "a-", το οποίο συχνά χρησιμοποιείται για να δηλώσει κατεύθυνση ή αποτέλεσμα.
Συνώνυμα: - Desconcertar (να αποδιοργανώνει) - Confundir (να μπερδεύει)
Αντώνυμα: - Clarificar (να εξηγεί καθαρά) - Ordenar (να οργανώνει)