Το "atravesarse" είναι ρηματικό τύπο και ανήκει στην κατηγορία των ανακοινωτικών ρημάτων.
/a.tɾa.βeˈsaɾ.se/
Η λέξη "atravesarse" χρησιμοποιείται κυρίως για να αναδείξει την έννοια του να περνά κάποιος ή κάτι μέσα από ένα άλλο αντικείμενο, να διασχίζει ένα χώρο ή να μπαίνει ανάμεσα σε δύο διαφορετικά σημεία. Η χρήση της είναι πιο συχνή στον προφορικό λόγο, αν και χρησιμοποιείται επίσης σε γραπτά κείμενα. Συχνά μπορεί να περιλαμβάνει και την έννοια της παρεμβολής ή της διακοπής.
El gato se atravesó en mi camino mientras caminaba.
(Η γάτα διασταυρώθηκε στο δρόμο μου ενώ περπατούσα.)
Debemos atravesarnos por el puente para llegar a la otra orilla.
(Πρέπει να διασχίσουμε τη γέφυρα για να φτάσουμε στην άλλη όχθη.)
Se atravesó una idea inesperada en la reunión.
(Μια απροσδόκητη ιδέα διακόπηκε στη συνάντηση.)
Η λέξη "atravesarse" χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις και φράσεις:
No debes atravesarte en sus decisiones, él sabe lo que hace.
(Δεν πρέπει να παρέμβεις στις αποφάσεις του, ξέρει τι κάνει.)
Atravesarse a alguien.
(Να βγεις μπροστά σε κάποιον, να παρεμβληθείς.)
El ruido se atravesó a la conversación y nadie escuchó el anuncio.
(Ο θόρυβος παρεμβλήθηκε στην συνομιλία και κανείς δεν άκουσε την ανακοίνωση.)
Atravesar el país.
(Διασχίζω τη χώρα.)
Η λέξη "atravesarse" προέρχεται από το προθετικό "a-" που υποδηλώνει κατεύθυνση, και το ρήμα "travesar", που έχει την έννοια του να διασχίσω ή να περάσω.
Συνώνυμα:
- cruzar
- pasar
- atravesar
Αντώνυμα:
- evitar (να αποφεύγω)
- eludir (να παρακάμπτω)
- rehuir (να αποφεύγω)
Αυτά τα στοιχεία παρέχουν μια ολοκληρωμένη κατανόηση της λέξης "atravesarse" στα Ισπανικά και τις εφαρμογές της.