Το "atronar" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή του "atronar" είναι /a.tɾoˈnaɾ/.
Η λέξη "atronar" σημαίνει να προκαλώ δυνατό ήχο ή θόρυβο, συνήθως με έναν τρόπο που είναι ενοχλητικός ή ικανός να προκαλέσει προσοχή. Χρησιμοποιείται κυρίως στον προφορικό λόγο, αν και μπορεί να βρείτε και γραπτές χρήσεις, κυρίως σε λογοτεχνικά κείμενα ή περιγραφές. Δεν είναι πολύ συχνά χρησιμοποιούμενη στην καθημερινή συνομιλία.
Όπου μένω, η κυκλοφορία μπορεί να θορυβήσει την ησυχία της νύχτας.
El perro comenzó a atonar cuando oyó el trueno.
Ο σκύλος άρχισε να μπουμπουνίζει όταν άκουσε την βροντή.
Los fuegos artificiales suelen atonar la celebración de Año Nuevo.
Στο Ισπανικά, το "atronar" χρησιμοποιείται και σε δυο-τρεις ιδιωματικές εκφράσεις:
Εδώ χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που προκαλεί πολύ θόρυβο.
Si no quieres atonar a los demás, habla más bajo.
Χρησιμοποιείται για να προτείνει έναν πιο ήσυχο τρόπο ομιλίας.
Las campanas de la iglesia atonaron la mañana.
Η λέξη "atronar" προέρχεται από το λατινικό "atranare", που σημαίνει να παράγω ήχο ή θόρυβο. Διατηρεί μια ισχυρή σύνδεση με παρόμοιες λέξεις στα ρωμανικά όπως το ιταλικό "atronare".
Συνώνυμα: - Ruido: θόρυβος - Ruidoso: θορυβώδης - Estruendo: κρότος
Αντώνυμα: - Silencio: σιωπή - Calma: ηρεμία - Tranquilidad: ησυχία