Επίθετο.
/atɾos/
Η λέξη "atroz" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι εξαιρετικά αιματηρό, φρικτό ή βίαιο. Στην καθημερινή χρήση, μπορεί να αναφέρεται σε γεγονότα ή καταστάσεις που είναι ακραία ή αφάνταστα σκληρές. Χρησιμοποιείται συχνά στο προφορικό λόγο, αλλά και σε γραπτό πλαίσιο.
Η ταινία είχε αποτρόπαιες σκηνές που με έκαναν να νιώθω άβολα.
El crimen fue tan atroz que conmovió a toda la comunidad.
Το έγκλημα ήταν τόσο φρικτό που συγκίνησε ολόκληρη την κοινότητα.
Escuchar historias atroces de guerra es desgarrador.
Esto nos lleva a pensar en lo que podemos soportar por una causa. (Αυτό μας οδηγεί να σκεφτούμε τι μπορούμε να αντέξουμε για μια αιτία.)
"Una injusticia atroz"
La comunidad se unió para protestar contra la atroz injusticia. (Η κοινότητα ενώνεται για να διαμαρτυρηθεί ενάντια στην αποτρόπαια αδικία.)
"Una herida atroz"
Η λέξη "atroz" προέρχεται από το λατινικό "atrox", που συνδυάζει τα στοιχεία "a-" (όχι) και "trux" (άγριος).
Συνώνυμα: - brutal - horrible - espantoso
Αντώνυμα: - benevolente - amable - gentil
Η λέξη "atroz" καταδεικνύει μια έντονη συναισθηματική φόρτιση και συχνά χρησιμοποιείται για να προκαλέσει αντίκτυπο ή να περιγράψει ακραίες καταστάσεις που επιδρούν αρνητικά σε άτομα ή κοινωνίες.