Το "aturdir" είναι ρήμα.
/atuɾˈdiɾ/
Το "aturdir" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να περιγράψει τη δράση του να προκαλεί αναστάτωση ή σύγχυση σε ένα άτομο, όπως και να παράγει δυνατό θόρυβο που μπορεί να ενοχλήσει. Είναι μια λέξη που μπορεί να χρησιμοποιείται τόσο προφορικά όσο και γραπτά, αλλά συναντάται περισσότερο σε προφορικές καταστάσεις. Η συχνότητά της είναι μέτρια, ενώ ο τρόπος που χρησιμοποιείται ποικίλει ανάλογα με το πλαίσιο.
La música alta puede aturdir a los vecinos.
(Η δυνατή μουσική μπορεί να ενοχλήσει τους γείτονες.)
El ruido del tráfico me aturde cuando intento concentrarme.
(Ο θόρυβος της κυκλοφορίας με αναστατώνει όταν προσπαθώ να συγκεντρωθώ.)
Me aturdiste con tantas preguntas.
(Με μπέρδεψες με τόσες πολλές ερωτήσεις.)
Το "aturdir" χρησιμοποιείται σε μερικές ιδιωματικές εκφράσεις που αποδίδουν την έννοια της σύγχυσης ή της αναστάτωσης:
Ejemplo: "Después de tanta información, estoy aturdido."
(Μετά από τόσες πληροφορίες, είμαι μπερδεμένος.)
Aturdir a alguien con algo: να προκαλείς σε κάποιον σύγχυση με κάτι.
Ejemplo: "El profesor aturdió a los estudiantes con problemas complicados."
(Ο καθηγητής μπέρδεψε τους φοιτητές με περίπλοκα προβλήματα.)
Aturdir de alegría: να προκαλείς έντονη ευτυχία ή χαρά.
Το "aturdir" προέρχεται από τη συνένωση του "a-" που δηλώνει κατεύθυνση και της ρίζας "turdir", που προέρχεται από τη λατινική ρίζα "turdere", που σημαίνει «να περιστρέφεις» ή «να ενοχλείς».
Συνώνυμα: - confundir (να μπερδεύει) - desorientar (να αποδιοργανώνει) - perturbar (να αναστατώνει)
Αντώνυμα: - aclarar (να διευκρινίζει) - tranquilizar (να ηρεμεί) - ordenar (να οργανώνει)