Audaz είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου: [auˈðas]
Η λέξη audaz χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι τολμηρός ή θαρραλέος. Συχνά μπορεί να αναφέρεται σε άτομα που παίρνουν ρίσκα ή που δεν φοβούνται να αντιμετωπίσουν δύσκολες καταστάσεις. Η χρήση του είναι συχνή σε γραπτό και προφορικό λόγο, ειδικά σε περιβάλλοντα που σχετίζονται με περιπέτειες ή προκλήσεις.
El audaz explorador cruzó la selva.
(Ο θαρραλέος εξερευνητής πέρασε τη ζούγκλα.)
Su audaz decisión sorprendió a todos.
(Η τολμηρή απόφασή του σόκαρε όλους.)
Ella es una audaz defensora de los derechos humanos.
(Αυτή είναι μια θαρραλέα υπερασπίστρια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.)
Η λέξη audaz δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να σχετίζεται με εκφράσεις που αποδίδουν χαρακτηριστικά θάρρους ή αποφασιστικότητας.
Un paso audaz puede cambiar todo.
(Ένα θαρραλέο βήμα μπορεί να αλλάξει τα πάντα.)
Con audaz determinación, logró lo que quería.
(Με θαρραλέα αποφασιστικότητα, κατάφερε αυτό που ήθελε.)
Si eres audaz, el mundo es tuyo.
(Αν είσαι τολμηρός, ο κόσμος είναι δικός σου.)
Η λέξη audaz προέρχεται από το λατινικό "audax," που σημαίνει "τολμηρός" ή "γενναίος". Η ρίζα της αναφέρεται στη δράση και την επιδίωξη χωρίς φόβο.
Συνώνυμα:
- atrevido
- valiente
- decidido
Αντώνυμα:
- miedoso
- cobarde
- temeroso