audible - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

audible (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Η λέξη "audible" είναι επίθετο (adjetivo).

Φωνητική Μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA): /ˈɔː.də.bəl/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της Λέξης

Η λέξη "audible" αναφέρεται σε κάτι που μπορεί να ακουστεί. Χρησιμοποιείται συχνά σε περιβάλλοντα που σχετίζονται με τον ήχο, όπως η μουσική ή οι ομιλίες. Στον τομέα της ιατρικής, μπορεί να χρησιμοποιείται για να περιγράψει ήχους που είναι σιωπηλοί ή όχι, π.χ. στην εξέταση του καρδιολογικού ήχου. Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι αρκετά υψηλή τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο, αν και συναντάται περισσότερο σε γραπτά κείμενα που τεκμηριώνουν επιστημονικές ή τεχνικές πληροφορίες.

Παραδειγματικές Προτάσεις: - El sonido de la música es audible en toda la casa.
(Ο ήχος της μουσικής είναι ακουστός σε όλο το σπίτι.)

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "audible" δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί μερικές φορές σε μεταφορικές εκφράσεις ή τεχνικούς όρους.

Παραδειγματικές Ιδιωματικές Εκφράσεις: - Esta canción es tan audible que todos en el concierto la cantan.
(Αυτό το τραγούδι είναι τόσο ακουστό που όλοι στη συναυλία το τραγουδούν.)

Ετυμολογία της Λέξης

Η λέξη "audible" προέρχεται από το λατινικό "audibilis", το οποίο σημαίνει "εκείνο που μπορεί να ακουστεί", και σχετίζεται με το ρήμα "audire", που σημαίνει "να ακούω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - perceptible (ανιχνεύσιμος) - escuchable (ακουστικός)

Αντώνυμα: - inaudible (μη ακουστός) - silencioso (σιγανός)



23-07-2024