Η λέξη "aupar" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "aupar" με τη χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /awˈpaɾ/
Η λέξη "aupar" μπορεί να μεταφραστεί στα ελληνικά ως: - να σηκώσω - να ανυψώσω
Η λέξη "aupar" χρησιμοποιείται στη γλώσσα των Ισπανών για να δηλώσει την πράξη του να σηκώνουμε ή να ανυψώνουμε κάτι ή κάποιον, είτε φυσικά είτε σε μεταφορικό επίπεδο. Είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται κυρίως στον προφορικό λόγο και λιγότερο στο γραπτό κείμενο.
Quiero aupar a mi hermano para que vea mejor.
Θέλω να σηκώσω τον αδελφό μου για να δει καλύτερα.
Él me ayudó a aupar la caja pesada.
Αυτός με βοήθησε να ανυψώσω την βαριά κούτα.
Η λέξη "aupar" χρησιμοποιείται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις και φράσεις:
Aupar a alguien en la vida.
Να ανυψώσουμε κάποιον στη ζωή.
(Σημαίνει να προάγουμε ή να βοηθήσουμε κάποιον να πετύχει.)
Me auparon con sus palabras de aliento.
Με σήκωσαν με τα λόγια ενθάρρυνσής τους.
(Σημαίνει ότι τα υποστηρικτικά λόγια βοήθησαν κάποιον να νιώσει καλύτερα ή να προχωρήσει.)
Auparse a la cima.
Να ανυψωθείς στην κορυφή.
(Χρησιμοποιείται μεταφορικά για να αναφέρεται στην επιτυχία ή την αναγνώριση.)
No puedo auparme solo en este proyecto.
Δεν μπορώ να ανυψωθώ μόνος σε αυτό το έργο.
(Σημαίνει ότι χρειάζεστε βοήθεια ή υποστήριξη σε μια προσπάθεια.)
Η λέξη "aupar" προέρχεται από την περιγραφή της κίνησης σήκωσης και ανύψωσης και σχετίζεται με άλλες ρίζες που σημαίνουν κίνηση ή αλλαγή θέσης.
Αυτές οι πληροφορίες συνθέτουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της λέξης "aupar" και της χρήσης της στη γλώσσα Ισπανικά.