aureola - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

aureola (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "aureola" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική μεταγραφή

[aureˈola]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "aureola" αναφέρεται σε ένα σχήμα φωτός ή ακτίνας που περιβάλλει ένα άτομο ή ένα αντικείμενο, συχνά που σχετίζεται με θρησκευτικές ή καλλιτεχνικές απεικονίσεις. Χρησιμοποιείται επίσης για να περιγράψει μια ιδιαίτερη αύρα ή παρουσία γύρω από ένα άτομο. Στη γλώσσα των ισπανικών, η χρήση της είναι πιο συχνή στη γραπτή μορφή, για λογοτεχνικούς ή θρησκευτικούς σκοπούς.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. La imagen de la santidad se representa con una aureola.
    (Η εικόνα της αγιότητας απεικονίζεται με ένα φωτοστέφανο.)

  2. Ella siempre tiene una aureola de tranquilidad a su alrededor.
    (Αυτή πάντα έχει μια αύρα ηρεμίας γύρω της.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "aureola" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Tener una aureola de conocimiento.
    (Να έχεις μια αχτίδα γνώσης.)
    Σημαίνει ότι κάποιος είναι αντιληπτός ως πολύ σοφός ή γνώστης σε ένα συγκεκριμένο τομέα.

  2. La aureola de éxito lo rodea.
    (Η αχτίδα της επιτυχίας τον περιβάλλει.)
    Υποδηλώνει ότι κάποιος φαίνεται να έχει επιτυχία σε σχεδόν όλα όσα κάνει.

  3. Aureola de misterio.
    (Φωτοστέφανο μυστηρίου.)
    Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι ή κάποιον που έχει μια ενδιαφέρουσα ή μυστηριώδη αίσθηση.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "aureola" προέρχεται από τη λατινική λέξη "aureola", που σημαίνει "μικρή χρυσή αχτίδα" (με τη ρίζα "aureus", που σημαίνει "χρυσός").

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - halo (χάλο) - aureo (χρυσός)

Αντώνυμα: - sombra (σκιά) - oscuridad (σκοτάδι)

Αυτή η λέξη συνδυάζει στοιχεία θρησκευτικής τέχνης και απλώς τη φυσική ομορφιά που προκύπτει από το φως, δημιουργώντας μια επαφή μεταξύ του ορατού και του αφαντού.



23-07-2024